Ο συντ/χης Λιάπκιν της οδού Ευριπίδου

Η μεγάλη στολή

 

 Aπόστολος Θηβαίος

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.comκλικ εδώ

Μνήμη, θάνατος, νόστος

Ο Νταβίντ Μπορίσιτς Λιάπκιν του Καραγάτση, ex colonel de reserve de l’ arme Russe, μοιάζει με τους αντιήρωες των σφοδρά ρεαλιστικών έργων. Ένας άνθρωπος μοναχικός, αφοσιωμένος στα πάθη του, ριγμένος σ΄αυτά δίχως κανένα δισταγμό. Το φορτίο του μια Ρωσσία που καίγεται, που παραδίνεται στον εμφύλιο δογματισμό, αποκομμένη απ΄το παλιό της μεγαλείο. Αυτός ο κόσμος που  υπήρξε τόσο απάνθρωπος και σκληρός αφήνει για πάντα το σημάδι του στον συνταγματάρχη Λιάπκιν. Αυτό τ΄απομεινάρι του κόσμου που ποτέ δεν θα υπάρξει ξανά, αυτός ο λιποτάκτης με τη μεγάλη του στολή φέγγει στην καρδιά του θεσσαλικού κάμπου. Στον αλλοτινά σπουδαίο τόπο που τώρα πια δεν είναι παρά μια ρημαγμένη επαρχία του νότου, ο Λιάπκιν πασχίζει να ζήσει με τον ανυπόφορο καημό του ξεριζωμού. Σαν από ένστικτο αυτός ο κόσμος με την οδύσσεια μοίρα του απλώνει το χέρι στον παράξενο ταξιδιώτη. Έτσι κάπως άλλωστε φτιάχτηκε ετούτη η Ελλάς. Με Λιάπκιν, με τ΄απαρηγόρητο Αϊβαλί και τις προκυμαίες που βουλιάζουν απ΄το σπαραχτικό πλήθος. Με την Κύπρο του ΄74 και μ΄ένα σωρό άλλους κόσμους σχηματοποιείται  το ψηφιδωτό του σημερινού ελληνισμού. Πρόκειται για μια απ΄εκείνες τις ιδιότυπες αρετές που επιτρέπουν στον Καραγάτση να αποδώσει το διαχρονικό στίγμα του ελληνισμού σε όρους επίκαιρους. Το χνάρι μιας χώρας που τότε διεκδικούσε μια άλλη μοίρα,βαδίζοντας προς το μέλλον.

Ο συγγραφέας που χαρίζει την αθανασία στον παράξενο συνταγματάρχη φαίνεται πως πάνω και πριν απ΄όλα τον προικίζει με όσα αναλογούν στους τραγικούς ποιητές που δοκιμάζονται κάθε καλοκαίρι στις επιδαύρειες κιβωτούς. Η κτηνώδης ζωή του διωγμένου, η γλώσσα που δεσπόζεται απ΄το δόγμα και το λάθος της απέναντι πλευράς, τ΄ανθρώπινο πρόσωπο της ζωής που γεννά την έκπληξη και την ελπίδα, η καταστροφή που προσμένει πάντα το φριχτό κάλεσμα ανήκουν στους όρους αυτού του κινηματογραφικού μυθιστορήματος, απ΄τα πρώτα που κατορθώνουν μια σύζευξη με την κορυφαία τέχνη του αιώνα μας. Η μεγάλη Χίμαιρα, ο Γιούγκερμαν, ο Κίτρινος Φάκελος, όπως και ο Λιάπκιν χαράζουν για τόσους λόγους τ΄όνομα του Μ. Καραγάτση στη βραχεία λίστα των πραγματικά σπουδαίων μυθιστοριογράφων που έπλασαν ζωή απ΄τη ζωή ενός κόσμου μεγαλύτερου απ΄τα όρια του ελληνισμού μα διαχρονικά προσηλωμένου στη λαϊκή ιστορία και τα περήφανα κουρέλια της. Μια ιστορία παράλληλη μ΄εκείνη τη σπουδαία που γράφεται στα μέγαρα και τα χαρακώματα και αλλάζει κάποτε τον κόσμο.

Ωστόσο, είναι κάτι ακόμη που απόψε καθιστά τον συνταγματάρχη γοητευτικό. Μια σκηνή, μια πράξη σ΄αυτό το δράμα του Καραγάτση που γεννά τόσους λογισμούς για τον νιόβγαλτο αιώνα μας. “Δάκρυα  κυλούν στα ταμπακιασμένα  μάγουλα του Λιάπκιν, τρέμει το στόμα του, ραγίζει η φωνή του μα τραγουδάει τον πόνο του με την επιμονή ανίκητης ψυχής και νικημένης θέλησης. Είναι το δικό του δράμα που τραγουδάει. Πότε θα ξαναϊδ΄την πατρίδα του, πότε;

Το τραγούδι σβήνει με μια απαλή συγχορδία. Μικρή σιωπή…”

Στη γειτονιά μου έχω μερικούς φίλους που ζουν σε σκιερά διαμερίσματα, που ζουν μες στα σπίτια των άλλων έτσι πνιγμένη που ΄γινε η ζωή τους. Κάθε τόσο βγάζουν απ΄τη λήθη τη δική τους, μεγάλη στολή. Κρατά ακόμη στους ώμους καλοραμμένα τα σιρίτια της. Είναι πράσινο βαθύ το χρώμα της, είναι της λήθης η στολή που ανασαίνει το παλιό της μεγαλείο. Βαριά ηπειρώτικα και γλυκές χορδές της ανατολής αντηχούν μες στα δωμάτια, ώσπου οι ψυχές γονατίζουν και χτυπούν στους τοίχους σαν τα δισύλλαβα του έρωτα. Μέσα απ΄τις ρωγμές που μας κατοικούν χαράζουν τα ξημερώματα και οι παλιές πατρίδες. Ανοίγει ένα παράθυρο μες στις σκιές και απ΄την άκρη αυτής της ιστορίας μπορεί κανείς να νιώσει πώς πεθαίνουν οι κόσμοι μέσα μας. Πώς τεμαχίζονται οι ρίζες και έτσι μαθαίνουμε να ζούμε με τ΄όραμα.

Αυτός ο Λιάπκιν που μες στη νύχτα  φορεί τη στολή και μεθά ζει δίπλα μας, σ΄έναν κλεισμένο σύμπαν. Πάντα να φτιάχνει χάρτες για τον γυρισμό και πάντα να βαδίζει μακρύτερα, κατακτώντας τις μικρές και τις μεγάλες πόλεις.

Κάποιος γερνά στην Λευκωσία πίσω από μια πράσινη γραμμή, κάποιος σκαρφαλώνει σωρούς ερειπίων στην Δαμασκό γυρεύοντας ένα έυρημα μυστικό. Την ώρα που ετούτος ο τόπος ανασαίνει και πενθεί και πορεύεται, είναι παιδιά που όλο γυρίζουν ξανά σε κάποια πόλη. Και όμως περνούν ανάμεσά μας, πάντα με τη μεγάλη τους στολή που διατηρεί ακέραιο το εμπυραίο της αφθαρσίας της ανασύροντας από μέσα της κάτι πολύ περισσότερο απ΄αυτό το ετοιμόρροπο σώμα. Αυτός ο κόσμος, αφοσιωμένος στο παιχνίδι του παραλογισμού, χάρισμα στις αταβικές δυνάμεις της παράλογης καταστροφής, αυτή η ανθρωπότητα που αλλάζει κατευθύνσεις, που παραδίνεται στους ανέμους και το τίποτε είναι ο κόσμος του Λιάπκιν. Ένα παρόμοιο σύμπαν, ένας αρχαίος άγγελος που μαθαίνει να θρηνεί και να υπομένει την συντριβή του ανασαίνει πλάι στις φωλιές μας, κάτω απ΄τα πόδια μας, Προσθέτει ένα όνειρο πικρό πλάι στη ζωή και τ΄ορατό της. Ένα σημάδι που χαρακώνει τα βλέμματα και μετριέται μονάχα με την ευδοκία που θα  χαρίσει κάποτε ο χρόνος.

Το έργο του Μ. Καραγάτση μοιάζει γραμμένο για εκείνους που αναζητούν μια πατρίδα. Γι ΄αυτούς που έχουν κρύψει σε μια άλλη γη μερικά τιμαλφή και τις πολυτιμότερες ιδέες τους. Ανθρώπους που μαθαίνουν να ζουν με πίκρα και περηφάνια, κρατώντας μέσα τους μυστική μια στολή μεγάλη. Κάτι σαν πατρίδα.