Σαν σήμερα, 12/06/1975 υποβλήθηκε η αίτηση ένταξης της Ελλάδας στην, τότε, Ε.Ο.Κ.

Πολιτικός Λόγος (ένθετο του 24grammata.com)

γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Ενθύμιο Ε.Ο.Κ.

Λίγο πριν το δράμα η μνήμη. Η κάθαρση ακολουθεί.

 Στις 12 Ιουνίου του 1975 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο πρεσβύτερος και πλέον εκλιπών, υποβάλλει την αίτηση ένταξης της χώρας στην τότε Ε.Ο.Κ. Πρόκειται για μια ιστορική κατάκτηση, η οποία εισάγει την Ελλάδα σε μια νέα, εξελικτική τροχιά, προσφέροντας μια νέα δυναμική στην ασφυκτιούσα οικονομία και τα εγχώρια αδιέξοδα. Ένα χρόνο μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος και την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας η χώρα έχει την ευκαιρία να πραγματοποιήσει ένα κορυφαίο άλμα προς το μέλλον. Η ευρεία στήριξη της πρόθεσης του τότε ηγέτη θα του επιτρέψει να κατορθώσει κάτι που ως τότε φάνταζε άφταστο όνειρο, ενώ σήμερα δεσπόζει ως κύριος εφιάλτης για το μέλλον του ελληνικού κράτους. Η εορτή της επετείου, λοιπόν, αν μπορούμε να προβούμε σε διαπιστώσεις θα ήταν άκαιρη, ακραία ανεπίκαιρη. Όμως, με αφορμή τούτη τη μέρα και την ιστορική μνήμη, καλούμαστε να θέσουμε, έστω και χωρίς απαντήσεις επαρκείς το ερώτημα. Τι ήταν εκείνο που δεν λειτούργησε και έτσι η χώρα αυτή δεν κατάφερε ουσιαστικά ποτέ να αποτελέσει ένα βασικό και ισχυρό εταίρο;
Το ελληνικό κράτος όφειλε να προβεί σε διαρθρωτικές κινήσεις, ικανές να εξαλείψουν τον αφάνταστο επαρχιωτισμό στη λειτουργία και τις δομές του. Η πρόθεση, έστω και ψευδής ή ασθενής υπήρχε. Οι κυβερνήσεις από το 1975 και έπειτα καλούνταν να διαχειριστούν την εθνική επιτυχία της ένταξης με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργηθεί ένας ικανός πόλος στο ανατολικότερο τμήμα της γηραιάς ηπείρου, τέτοιος που να επέτρεπε μελλοντικά μια περαιτέρω διεύρυνση της ευρωπαϊκής προοπτικής, αλλά και να διασφαλίσει τη σταθερότητα σε μια πολύπαθη ιστορικά και πολιτικά, ευρύτερη περιοχή. Η απόπειρα απέτυχε ή υπονομεύθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε παράγοντας αστάθειας και ανασφάλειας να αποτελέσει η ίδια η ελληνική παρουσία. Στο εσωτερικό της χώρας, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν αποτέλεσε ποτέ αυτοσκοπό. Είτε γιατί ήταν ασαφής ο γεωγραφικός προσδιορισμός του Έλληνα, είτε πάλι γιατί ήταν αδύνατο ένα στερημένο και νεαρό κράτος να μπορέσει να προσπεράσει δίχως επιπτώσεις και καθυστερήσεις, όλες τις «παιδικές ασθένειες» μιας έφηβης δημοκρατίας. Το ελληνικό κράτος δεν διαχειρίστηκε ποτέ με ικανοποιητικό τρόπο τις παροχές, οι οποίες τόσο απλόχερα δόθηκαν. Η θεωρία περί παγίδευσης της ελληνικής πολιτικής από μηχανισμούς, οι οποίοι μελλοντικά επρόκειτο να δρέψουν τους καρπούς τους διαψεύδονται σήμερα πανηγυρικά, καθώς η χώρα εισέρχεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε ένα καθεστώς ιδιόμορφης και διακριτικής απομόνωσης. Άλλωστε κανείς δεν επιθυμεί, σύμφωνα με τους νόμους του λιανικού εμπορίου ένα ήδη χρησιμοποιημένο και κατεστραμμένο προϊόν. Διότι τέτοιο είναι η χώρα μας σήμερα. Ένα χρησιμοποιημένο προϊόν, σε εξαιρετικά κακή κατάσταση, το οποίο δεν μπορεί καν να αποτελέσει το κίνητρο για μια επιτυχή ανακύκλωση, πρακτική η οποία δοκιμάστηκε ανεπιτυχώς. Πελατειακές σχέσεις πολιτών και πολιτικών, οφειλέτες οι δεύτεροι των πρώτων σε μία άνευ προηγουμένου παρερμήνευση της έννοιας της αντιπροσώπευσης. Ακόμα περισσότερος επαρχιωτισμός, ακόμη περισσότερη ανασφάλεια, καθιερωμένα αδιέξοδα, οικονομικός και κοινωνικός αυτισμός, παρωχημένες, πολιτικές δυνάμεις, με την πρόθεση της ανατροπής ακυρωμένη μες σε πλατιές, ανάρμοστες με την εποχή, ιδεολογίες, ακραία ασυνεννοησία και ωχαδερφισμός, λέξη και έννοια ελληνική, επίσης προϊόν της τελευταίας, ανεπανάληπτης σε λάθη και επίπλαστη ευδαιμονία περιόδου.
Σε λίγα χρόνια κανείς δεν θα μνημονεύει ούτε την επέτειο του 1975, μα ούτε και τη σημερινή επικαιρότητα. Η ιστορία και οι κοινωνίες προχωρούν με ταχύτατους ρυθμούς, οι σημερινές συγκυρίες εξαντλούνται γρήγορα, καθίσταται παροδικές. Η ελληνική ιδιαιτερότητα, όμως, την ίδια στιγμή έγκειται στο γεγονός πως ετούτη τη μέρα οφείλει να είναι σε θέση να αξιολογήσει την ευρωπαϊκή παρουσία της. Δεν τίθεται το θέμα της οικειοθελούς ή όχι εξόδου από την ευρωπαϊκή οικογένεια. Το δικαίωμα της επιλογής έχει ήδη απωλεσθεί. Το ζήτημα είναι αν πραγματικά έχουμε αξιολογήσει τη θέληση της παραμονής με ειλικρινή κριτήρια ή ο σφυγμός της κοινωνίας επιβάλλει πια την έξοδο. Διότι έστω και με αφορμές ανεπαρκείς, ακόμα και υπό πίεση, το ερώτημα δεν τίθεται. Το ζήτημα αφορά το χρήμα, την αποκατάσταση της χαμένης μας ευμάρειας και όχι το πολιτικό μας μέλλον. Προξενεί τουλάχιστον εντύπωση το γεγονός πως η κοινή γνώμη αξιολογεί το δίλημμα ως «λεφτά ή φτώχεια» και ουδέποτε ασπάστηκε την αγωνία μιας διατύπωσης, ας πούμε υποθετικά, «Ευρώπη ή απομόνωση.» Η Ελλάδα μπορεί και να σταθεί μόνη, μπορεί και να απολέσει κάθε κεκτημένο. Ο δυτικός τρόπος ζωής εξάλλου έχει διαβρώσει κατά πολύ κάθε τι εθνικό, τα δεκανίκια θα χρειάζονται για χρόνια. Η καπηλεία του όρου το αποδεικνύει. Το ζήτημα είναι κάποιες φορές να θυμηθούμε την αφορμή, το κίνητρο, την αιτία και ψύχραιμα αξιολογώντας τα να αποφασίσουμε, θέτοντας όχι διλήμματα, αλλά απαιτήσεις. Αν τούτη η γνώμη φαίνεται διφορούμενη ή ακαθόριστη είναι γιατί ο γράφων δεν επιθυμεί να θέσει τελεσίγραφα «αποκάλυψης» αλλά να διαπιστώσει τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε η ελληνική κοινωνία, ώστε το κατόρθωμα του τότε να είναι η βάσανος του σήμερα. Τροφή για σκέψη που λένε και στο λαμπρό παράδειγμα της αμερικανικής κοινοπολιτείας, παράδειγμα άραγε προς μίμηση, με εκλεκτούς και ανεπιθύμητους; Ίδωμεν.

ΥΓ: Δείτε το ολιγόλεπτο βίντεο το από το διάγγελμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την ένταξη μας στην ΕΟΚ.  Περιγράφει  τα οφέλη των σύγχρονων  και των μελλοντικών Ελλήνων του δόγματος “ανήκουμε εις τη Δύση”  κλικ εδώ και τον Ανδρέα Παπανδρέου να τον ειρωνεύεται λέγοντας “ανήκουμε στους Έλληνες” κλικ εδώ . Δείτε και συλλογιστείτε για τη ” χυμένη καρδάρα” των 40 τελευταίων ετών

….Σαν να ζαλίστηκα από τους κύκλους της ζωής μου. Να ‘ μαστε πάλι εδώ σαράντα, μάταια, χρόνια. Pάβε ξήλωνε. Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Ακόμα να ψάχνουμε που ανήκουμε, που θα πάμε, τι θα γίνουμε όταν “μεγαλώσουμε”. Τότε Καραμανλής – Ανδρέας, τώρα Σαμαροβενιζέλος-Τσίπρας και οι άλλοι από κάτω πότε να φασκελώνουν και πότε να χειροκροτούν, ασταμάτητα. Οι αδιάφοροι, επίκαιρους στίχους του Σουρή να τραγουδάνε…Μονότονα πρωτότυπος της ζωής μου ο χορός (Γ. Δαμιανός)