Σταύρος Κουγιουμτζής

Stavros_KougioumtzisTου κάτω κόσμου τα Πουλιά

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Ο Σταύρος Κουγιουμτζής πεθαίνει στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου του 2005. Έκτοτε τα τραγούδια του, προικισμένα με τους στίχους του Μάνου Ελευθερίου, του Θανάση Μαργαρίτη, του Ντίνου Χριστιανόπουλου, του Γιώργου Θέμελη, του Βάρναλη, του Άκου Δασκαλόπουλου κερδίζουν την αθανασία τους. Σήμερα συνιστούν εκείνο το τρυφερό και ανίκητο υλικό της λαϊκής μας ψυχής. Είναι τραγούδια κερδισμένα μέσα απ΄τον παλμό της ανθρώπινης, της λαϊκής ιστορίας και της μυθολογίας που τη συνοδεύει. Μυθολογία ακριβής, γερή, σκριβής, φιλήδονη, γεμάτη τραγωδίες και την άσβηστη φιλοδοξία της ζωής.Τα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή συνορεύουν με το αίσθημα, τον παλμό της ελληνικότητας του τώρα και του χθες. Δημιουργοί όπως οι προαναφερθέντες αποτελούν ένα ιδιότυπο είδος νεομαρτύρων. Ανθρώπων αφοσιωμένων στους καημούς και τα πάθια αυτού του λαού και της γης που τον αναθρέφει 13 αιώνες τώρα, αψηφώντας τα πουλιά του κάτω κόσμου, τους μαστιγωτές, τις συμπληγάδες. Καμιά φορά σκέφτομαι πως σε τούτα τα χώματα μπορεί κανείς να ανακαλύψει κάποτε τα κομμάτια απ΄τους θρόνους και τα στέμματα που έσπασαν πια και πάνε. Κάπως έτσι τα τραγούδια του Κουγιουμτζή γεννιούνται, ανανεώνονται και λάμπουν στο ελληνικό στερέωμα, διεγείροντας εκείνο το αβαθές και αμετάφραστο στοιχείο που φέρουμε ως κληροδότημα εντός μας. Ορέστης, Ορφέας, Ελπήνορας, Λαμπράκης, Ελένη Γκατζογιάννη, Ευαγόρας Παληκαρίδης, Μπελογιάννης, Λέλα Καραγιάννη. Σε αυτούς αφιερώνω τους στίχους του Κουγιουμτζή, γι΄αυτούς του κάτω κόσμου τα πουλιά και οι στίχοι της Λαμπρής. Αυτά τα χαμένα χρώματα μπορούμε ακόμη να θυμόμαστε Έτσι ποτίζεται με δάκρυ το μάρμαρο, έτσι το μεγάλο και το ωραίο αναιρούνται και η τέχνη υποκλίνεται στην πραγματική ζωή, την ακρίβεια του πένθους, τη ζωντανή ποσότητα.
Πρόκειται για μια ολόκληρη εποχή που εξαντλήθηκε μαζί με τα πεπρωμένα και τα σχήματά της. Τα τραγούδια του Κουγιουμτζή ανασύρουν εκείνη την τρυφερότητα που επενδύει για πάντα το παρελθόν, μέσο αποκλειστικό και ικανό να επιμηκύνει τη ζωή μας. Σ΄αυτόν τον τόπο, τον γεμάτο λόγια, πέπλο, αγάλματα ρητόρων και εξώστες, τα τραγούδια γίνονται αρρώστια, μέσο θεραπευτικό για την κατεστραμμένη μας φαντασία.
Για τη μικρή Αριάδνη λοιπόν που κρατά τόσους αιώνες το μίτο της, που κατοικεί τις οδούς Περγάμου και Αντιοχείας. Τη μικρή Αριάδνη με τα λαδωμένα φορέματα και τους παλιούς της λύχνους, που συντρίβει κάτω απ΄την ομορφιά και το θάνατό της όλους τους κινδύνους. Το κορίτσι των αυτόματων φωτογραφιών όταν τις Κυριακές μες στις αυλές, σπασμένη, μ΄αμφορείς κάτω απ΄τα μάτια της και έναν σταυρό μετρούσε τις μέρες του στρατώνα. Σ΄όλες τις εποχές θυμάμαι την Αριάδνη, τη σπουδή του γυμνού και του απέριττου.
Ο Σταύρος Κουγιουμτζής δεν έχει ανάγκη τούτη την καταγραφή για να κερδίσει την αξία και την διαχρονικότητά του. Η ανάγκη είναι δική μας, μια φιλοδοξία να επιστρέψουμε ξανά σ΄αυτούς του κήπους των Πριγκήπων που επιμένουμε πως δεν χάθηκαν. Μονάχα κρύτηκαν κάτω από απ΄τα στρώματα των πόλεων, χάθηκαν απ΄τους καθρέφτες, κοιμούνται με το φιλί του ψαριού καρφωμένο σαν σταυρό ανάμεσα στα δυο τους μάτια. Στα επίκαιρα θέατρα του μεγάλου αυτού κόσμου όλα γκρεμίστηκαν. Μόνον λάμπες των θεάτρων απέμειναν και απόφωνα και σκισμένοι χάρτες. Και κάτω από σωρούς σκραπ λάμπουν κάπου κάπου οι δυο εποχές του κόσμου μας. Ο Σταύρος Κουγιουμτζής καταγράφεται σήμερα σαν εκείνο τον αέρα που χτυπά τις χορδές.Απόσπασμα ενός παλιού μεγαλείου, υπενθυμηση για πράγματα όπως ελληνικός, ζωή, αντοχή, κοιτίδα.