Σχόλιο στις επισημάνσεις του Νίκου Μπατσικανή γύρω απ΄την ελληνική.

mpatsikanis24γραμματα

24grammata.com- κριτική

ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΙ ΜΑΣ ΦΘΟΓΓΟΙ
Σχόλιο στις επισημάνσεις του Νίκου Μπατσικανή γύρω απ΄την ελληνική.

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Το βραβευθέν δοκίμιο του Νίκου Μπατσικανή συνιστά μια δίχως άλλο σημαντική καταχώρηση στην ελληνική, περί της γλώσσας βιβλιογραφία. Με τρόπο ολοκληρωμένο, με ιστορική, κοινωνική και πολιτιστική θεώρηση των προβλημάτων της γλώσσας στην αυγή του νέου αιώνα, ο συγγραφέας καταθέτει μια αφορμή, προκειμένου να στραφούμε επιτέλους με σοβαρότητα στο γλωσσικό ζήτημα. Μιλούμε για τους όρους ενός προβλήματος, το οποίο δεν μπορεί παρά να λαμβάνει εθνικές διαστάσεις, ανταποκρινόμενο σ΄ένα ουσιώδες, συνθετικό στοιχείο του ελληνισμού. Αυτό το χαρακτηριστικό της φυλής πραγματεύεται ο Νίκος Μπατσικανής, αναγνωρίζοντας στη γλώσσα τα διευρυμένα, πνευματικά σύνορα του ελληνικού κόσμου.
Το δοκίμιο παραθέτει μια ολοκληρωμένη θεώρηση του ζητήματος. Πέρα από τη ρητή κατάφαση ανθρώπων οι οποίοι διέπρεψαν μες στις τάξεις της ευρωπαϊκής διανόησης, ο Μπατσικανής οπλίζει με ισχυρά επιχειρήματα τη φαρέτρα εκείνων που αντιλαμβάνονται ήδη το απειλούμενο, γλωσσικό υλικό μας. Με μια ξεκάθαρη τοποθέτηση αναγνωρίζει στην πολιτική και ακαδημαϊκή ηγεσία του τόπου μια σειρά τραγικών λαθών, τα οποία δεν θα μπορούσαν παρά να κλονίσουν τελικά τους δεσμούς των νεοελλήνων με την κιβωτό του πνεύματος. Οι αναφορές στους Ράλλη και Βερυβάκη δεν σκοπεύουν στην απόδοση των ευθυνών, αλλά στην ερμηνεία της λανθασμένης μεθόδου με την οποία το ελληνικό κράτος μεταπηδά απ΄την αρχαία ,ελληνική διάλεκτο σ΄εκείνη της καθαρεύουσας. Μια λανθάνουσα, γλωσσική μορφή, με δάνειους κανόνες απ΄την αρχαία γλώσσα και παράλληλα μια ροπή προς την απλοποίηση και την επίσημη φιλολογία. Η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος, η απαξίωση της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής μες στο ευρύτερο, εκπαιδευτικό σύστημα αποτελούν παράγοντες για τη χαλάρωση των δεσμών ανάμεσα στη γλώσσα και τους νέους φορείς της.
Ο Μπατσικανής ορίζει τη γλώσσα, -και ετούτο κατέχει μια αναλλοίωτη σημασία-, ως φορέα πολιτισμού. Αναγνωρίζοντας την κοινή λαλιά ανάμεσα στους Κάλας των αφγανικών συνόρων και τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας, αποδεχόμενος σιωπηρά όλους τους υποκειμενισμούς που πλούτισαν και καθιέρωσαν το ελληνικό πνεύμα, ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του κόσμου, ο συγγραφέας τιμά τη γλώσσα και παραθέτει ακλόνητους λόγους προκειμένου να παραμείνει αναλλοίωτο το δομικό, γλωσσικό υλικό. Οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας δεν συνιστούν μια απλή, φυλετική προέκταση του ελληνικού στοιχείου, αλλά ένας επιβεβαιωμένος, γλωσσικός θύλακας με κορυφαία σημασία, τόσο για τα ειδικά χαρακτηριστικά του όσο και τη δυναμική του μες στους αιώνες. Μιλούμε λοιπόν για τη γλώσσα που διασώζει την πιο βαθιά και λαïκή ιστορία, τη γλώσσα που αποδεικνύει το δεσμό με τη μήτρα. Τη γλώσσα που καθορίζει και διαφοροποιεί μια μειονοτική υπόσταση, επιβεβαιώνοντας την ύπαρξή της μες στα ποικίλα, ιστορικά και εθνικά περιβάλλοντα.
Η αρθρογραφία η οποία περιλαμβάνεται στο δοκιμιακό έργο του Μπατσικανή, δεν ισχυροποιεί απλά τις τοποθετήσεις του συγγραφέα. Πιο συγκεκριμένα, αποδεικνύει την κοινή ρίζα του προβληματισμού, τη βαθιά αναγνώριση και έναν πρώιμο φόβο που υφίσταται ήδη ορατός στην εποχή μας. Οι σύγχρονες εξειδικεύσεις του γλωσσικού αντικειμένου, με αφορμή τα νέα μέσα και τις πρωτοποριακές τεχνολογίες του παρόντος και του μέλλοντος, καθιστούν ασφυκτικό το περιβάλλον για το γλωσσικό υλικό. Η διαπίστωση αυτή, σε συνδυασμό με μια ολοένα και λιγότερο σφαιρική παροχή μόρφωσης, διαμορφώνουν ένα εχθρικό περιβάλλον για τη μητρική, αρχαία ελληνική. Οι ενστάσεις του Νίκου Μπατσικανή, σχετικά με τις διανοητικές και κοινωνικές επιδράσεις της διδασκαλίας της αρχαίας, ελληνικής γλώσσας στις νέες γενιές, σχετίζονται ακόμη με τις θεραπευτικές ιδιότητες του υλικού. Μες σε αυτό το περιβάλλον η γλώσσα, όχι μόνο δεν βιώνει την ακμή της, αλλά σταδιακά χάνει, μέσα από την απλοποίηση της γραφής της ιδιαίτερα, τη βαθιά σημασία στην επιβίωση της εθνικής συνείδησης. Μιας συνείδησης μ΄αφετηρίες ελληνικές και την πρόθεση μιας ανθεκτικής και κυρίως, διεθνούς παρουσίας, έξω και πέρα από τα στενά, γεωγραφικά όρια.
Το δοκίμιο του Νίκου Μπατσικανή συνιστά μια ευχάριστη, μια σημαίνουσα υπενθύμιση σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα στην Ελλάδα και τις ποικίλες προεκτάσεις του. Οι τοποθετήσεις του συγγραφέα, πάντα διακριτικές,  αλλά και οι αποσπασματικές αναφορές σε θέσεις σύγχρονων και παλαιότερων, παραχωρούν τη δυνατότητα στο μελετητή να εντρυφήσει στο γλωσσικό ζήτημα και τις προεκτάσεις τις οποίες αυτό αποκτά μες στο γενικότερο κλίμα της μεταβολής των άλλοτε στέρεων παραγόντων, σημερινών έρμαιων στη δίνη της παγκοσμιοποίησης. Ετούτη η τελευταία συνιστά για τον Μπατσικανή το βασικό και κύριο επιχείρημα προκειμένου να δοθεί πια η δέουσα σημασία σ΄ένα ζήτημα άμεσα συνδεδεμένο με την εθνική ταυτότητα, την ίδια τη συνέχειά της.
Είναι βέβαιο πως δοκίμια σαν αυτό του Νίκου Μπατσικανή, εμπεριστατωμένα  και με απλή και ουσιαστική θεώρηση του ζητήματος, θα προκύψουν και στο μέλλον. Άνθρωποι που εργάζονται με το λόγο και υποκλίνονται στην καλλιτεχνική του αξία, θα αισθανθούν με σιγουριά το σημερινό αδιέξοδο. Ειδικά για μια γλώσσα, όπως η ελληνική που παρ΄όλες τις συνεισφορές της, δεν παύει να χαρακτηρίζεται από περιορισμένη δυναμική και μια ιστορική, πια οικουμενικότητα. Η υπενθύμιση της προβληματικής διάστασης, καθώς και η διατήρηση του γλωσσικού ζητήματος στην επικαιρότητα αποτελούν τα πιο σημαντικά απ΄τα οφέλη. Η οριστική περιφρόνηση του ζητήματος θα μπορούσε να στοιχίσει καθοριστικά στην ίδια τη γλώσσα και τη μελλοντική προοπτική της. Κάτω από τούτη τη σκοπιά, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί το σπουδαίο ρόλο που διαδραματίζουν εισηγήσεις, όπως ετούτου του Νίκου Μπατσικανή. Μια σπάνια δοκιμή, ταγμένη στη σωτηρία των φθόγγων, στη διαχρονικότητα της ίδιας της φωνής μας.
Το ζήτημα δεν ήταν ποτέ η αναβίωση μιας παρηκμασμένης γλώσσας. Κεντρικό ενδιαφέρον κατέχει πια η διάσωση ενός αποφασιστικού στοιχείου για τον ελληνισμό και τη συνέχειά του. Το επίκαιρο διακύβευμα συνίσταται στο περιεχόμενο και το συμβολισμό της γλώσσας. Κάτι περισσότερο και υψηλότερο από τους τονισμούς και τις επιγραμματικές μιμήσεις μιας κάποιας ανθολογίας.