Τα πανεπιστήμια δεν είναι πάρκινγκ

24grammata.com/ εκπαίδευση/
του Κωνσταντίνου Γάτσιου, Πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η ισχύουσα νομοθεσία παρέχει τη δυνατότητα στους πανεπιστημιακούς να βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής άσκησης των καθηκόντων τους καθώς και σε καθεστώς μερικής απασχόλησης.

Σε αντίθεση, όμως, με τις ΗΠΑ ή με άλλες χώρες στην Ε.Ε. των οποίων τα πανεπιστήμια συχνά χρησιμοποιούνται ως πρότυπα αναφοράς, η ισχύουσα νομοθεσία δεν προνοεί κανένα χρονικό περιορισμό για την ως άνω περιγραφείσα ολική ή μερική απουσία τού μέλους ΔΕΠ από το πανεπιστήμιό του.

Ετσι, υπάρχουν καθηγητές που η παρουσία τους στο πανεπιστήμιο καθορίζεται από τον «πολιτικό κύκλο»: «επιβιβάζονται» στο «κράτος» ή «αποβιβάζονται» στο πανεπιστήμιο ανάλογα με το αποτέλεσμα της κάλπης. Παρομοίως, υπάρχουν καθηγητές που η κύρια απασχόλησή τους (και η κύρια πηγή τού εισοδήματός τους) βρίσκεται στον ιδιωτικό τομέα, σε τράπεζες ή εταιρείες. Για όλους αυτούς, η σχέση που διατηρούν με το πανεπιστήμιό τους, πέρα από τη χρησιμότητα που τους προσφέρει ο τίτλος που κατέχουν, αποτελεί και ένα είδος ασφάλειας απέναντι στις αβεβαιότητες της «άλλης» απασχόλησης, κοινώς μια «καβάντζα»: η θέση τους στο πανεπιστήμιο είναι εκεί και τους περιμένει.

Αντιλαμβάνομαι ότι οι ανάγκες της πολιτείας μπορεί να απαιτήσουν κάποια στιγμή τις υπηρεσίες κάποιου πανεπιστημιακού. Αλλά κάτι τέτοιο πρέπει να έχει ημερομηνία λήξης, μετά την οποία πρέπει να αποφασίσει αν θα επιστρέψει στο πανεπιστήμιο ή όχι. Πρέπει να αποτελεί την παρένθεση στην πανεπιστημιακή του θητεία και όχι το αντίστροφο.

Πολύ δυσκολότερα γίνεται κατανοητή ή αποδεκτή η δυνατότητα που παρέχεται από το νόμο για ταυτόχρονη και δυνητικά επ’ αόριστο σχέση μισθωτής, εξαρτημένης εργασίας των καθηγητών με τον ιδιωτικό τομέα, και οι οποίοι, στα πλαίσια της «μερικής» τους απασχόλησης, «πετάγονται» μια δυο φορές την εβδομάδα μέχρι το πανεπιστήμιο, κάνουν μια διάλεξη και φεύγουν.

Ομως, λέει ο αντίλογος, στα πανεπιστήμια υπάρχει «πολύ ανθρώπινο κεφάλαιο, ταλέντο και ικανότητες» που μπορούν να συνεισφέρουν πολλά στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Ή ότι είναι λογικό οι πανεπιστημιακοί να επιζητούν την ενίσχυση των σχετικά χαμηλών εισοδημάτων τους. Ή, τέλος, ότι οι απασχολούμενοι (και) στον ιδιωτικό τομέα πανεπιστημιακοί αποτελούν μια «γέφυρα» μεταξύ πανεπιστημίου και «αγοράς».

Τα δύο πρώτα επιχειρήματα πάσχουν στη βάση, αν μη τι άλλο, της ισονομίας και των ίσων ευκαιριών: «ανθρώπινο κεφάλαιο, ταλέντο και ικανότητες» και, ταυτόχρονα, σχετικά χαμηλές απολαβές συναντώνται και μεταξύ άλλων δημόσιων λειτουργών ή στελεχών του δημόσιου τομέα. Ομως η λύση δεν νομίζω ότι βρίσκεται στο «δίπορτο». Ταυτόχρονα, δικαιώματα έχουν και εκείνοι που διαθέτουν το απαραίτητο «ανθρώπινο κεφάλαιο, ταλέντο και ικανότητες» και που φιλοδοξούν να γίνουν πανεπιστημιακοί, αλλά οι θέσεις είναι «κατειλημμένες». Το δε επιχείρημα περί της «γέφυρας» είναι υποκριτικό: Η σύνδεση των πανεπιστημίων με την «πραγματική» οικονομία γίνεται σε όλα τα σοβαρά κράτη με πολλούς τρόπους, όχι όμως μέσα από την καθιέρωση σχέσεων μισθωτής, εξαρτημένης εργασίας των πανεπιστημιακών με ιδιωτικές επιχειρήσεις που καθιστούν την πανεπιστημιακή τους απασχόληση δευτερεύουσας σημασίας, κοινώς «πάρεργο».

Τα πανεπιστήμια δεν είναι «πάρκινγκ», δεν είναι χώροι στάθμευσης που διευκολύνουν την ενασχόληση των σταθμευόντων με αλλότρια. Η εικόνα του «παρόντος-απόντος» πανεπιστημιακού υποβαθμίζει το πανεπιστήμιο, απαξιώνει το λειτούργημα του πανεπιστημιακού δασκάλου, ακυρώνει το αίσθημα αυτοσεβασμού μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας στο σύνολό της, δημιουργεί ως πρότυπο τον «καταφερτζή» καθηγητή που χρησιμοποιεί το «σύστημα» προς ίδιον όφελος και όχι αυτόν που ευσυνείδητα πράττει το καθήκον του.

Εάν συμφωνούμε ότι η παρούσα κατάσταση είναι μη αποδεκτή, τότε πιστεύω ότι το «κλειδί» για την αλλαγή της, σε επίπεδο τόσο ηθικό όσο και πολιτικό, εντοπίζεται στην «περαίωση» της δυνητικά επ’ αόριστο δυνατότητας του πανεπιστημιακού να είναι και βουλευτής. Γιατί εάν θεωρείται για τον βουλευτή «ηθικό και νόμιμο» να διατηρεί ταυτόχρονα και την πανεπιστημιακή του θέση, η οποία τον «περιμένει» σαν αποκούμπι μιας εκλογικής του αποτυχίας, τότε γιατί να μην ισχύει το ίδιο και για τον περιφερειάρχη, το δήμαρχο, το γενικό γραμματέα υπουργείου και πάει λέγοντας; Και, βέβαια, εάν είναι θεμιτό σε αυτούς να «σταθμεύουν» στο πανεπιστήμιο επ’ αόριστον, τότε γιατί άραγε να μην ισχύει κάτι τέτοιο και γι’ αυτούς που τα «ταλέντα» τους αποτιμώνται σε «τάλαντα» από την «αγορά»;

Η επαναφορά του ασυμβίβαστου ή, έστω, ο χρονικός περιορισμός της ταυτόχρονης ιδιότητας βουλευτή-πανεπιστημιακού στη μία τετραετία -το χρονικό ισοδύναμο μιας πλήρους βουλευτικής θητείας-, μετά τη λήξη της οποίας ο εν λόγω πρέπει να αποφασίσει αν θα επιστρέψει στο πανεπιστήμιο ή όχι, θα δώσει τον τόνο για την αντίστοιχη προσαρμογή όλων των υπολοίπων περιπτώσεων κατοχής δημόσιου αξιώματος ή παράλληλης απασχόλησης των πανεπιστημιακών στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα. Μια τέτοια πράξη θα συνιστούσε, μεταξύ άλλων, μια πράξη σεβασμού προς το πανεπιστήμιο και το ρόλο του και, ταυτόχρονα, θα βρισκόταν σε αρμονία με την επιταγή τού Συντάγματος για μια παιδεία που «…έχει σκοπό την ηθική, πνευματική… αγωγή των Ελλήνων… και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες».
www.enet.gr