Το Σελιλόιντ δεν πέθανε.

24grammata.com/ κινηματογράφος

γράφει ο Μανώλης Δημελλάς

Παραμονή καταστροφής του πλανήτη και ο πολυκινηματογράφος χασμουριέται μαζί με τους τελευταίους πελάτες, τα ανιματιόν δεν γεμίζουν στις βραδυνές ώρες, οι υπόλοιπες προβολές φτωχές, δεν  ζωντανεύουν ήρωες των μαξιλαριών, ούτε παρασύρουν στο όνειρο.

Η απόφαση να δούμε το φίλμ του Paul Thomas Anderson, “The Master”, ήταν μάλλον λύση ανάγκης, μια βραδυνή έξοδο, παρά η σπουδαία πρόταση από το σχεδόν άνευρο, βαρετό τραίλερ.

Ο   Philip Seymour Hoffman και ο Joaquin Phoenix, οι πρωταγωνιστές, ξεπερνούν όμως, κάθε προσδοκία, δεν είναι η ενσάρκωση, σε όλη την διάρκεια (140 λεπτά), σε κάθε λεκτική ή μη, επικοινωνία μαζί μας, εμείς, το κοινό, νιώθουμε πως οι ηθοποιοί παίζουν τον εαυτό τους, σαν να πρόκειται για την αυτοβιογραφία τους.

Ο εξαιρετικός Joaquin Phoenix, αποστρατεύτηκε από το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ, το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τον βρίσκει αλκοολικό, να ζει μέσα σε μια παράνοια. Όλα κινούνται μέσα σε ζωώδη, οριακά ένστικτα, μοναδικό πετυχημένο αντικείμενο η μίξη διαφόρων υγρών που καταλήγουν στο αίμα. Πίνει οτιδήποτε έχει ή μπορεί να πάρει, υγρή μορφή. Άλλωστε και στην πρώτη του δουλειά, σαν φωτογράφος, κάνει το ίδιο, παρακολουθεί ανθρώπινες στάσεις και αντιδράσεις, φτιάχνει χημικά για να εμφανίσει, να στερεώσει φωτογραφίες και πίνει τα σχετικά υγρά.

Ο Philip Seymour Hoffman, είναι ο διαφωτιστής, γιατρός, θεραπευτής, συγγραφέας, πρωτοπόρος επιστήμονας. Ο φωτισμένος άνθρωπος μιας εποχής που ψάχνει στα τυφλά. Είναι ο master, στην θρησκευτική οργάνωση με το όνομα The Cause, που αποκτά ταχύτατα όλο και περισσότερους οπαδούς.

Το ουσιαστικό επιχείρημα, η εγγεγραμμένη, βαθειά χαραγμένη γνώση του ατόμου, ανατρέχει σε αυτήν και αναμορφώνει τους πιστούς του, μέσα από επίπονες συνεδρίες που καταλήγουν σε δαιδαλώδες έρευνες ενός ακραίου, απώτατου παρελθόντος.

Γύρω από τον αρχηγό, η οικογένεια, γυναίκα, παιδιά, οπαδοί.

Εκεί κολλάει ο κατεστραμμένος απόστρατος, φέρνει όλο τον αδάμαστο κόσμο του, στο γραφείο του θεραπευτή, φέρνει και την χημεία, τα παράξενα υγρά που απογειώνουν τον χαρισματικό ηγέτη.

Γεννιέται μια σχέση που τραβά πάνω το φιλμ έως το τελικό ζενερίκ. Η προσπάθεια του ηγέτη να συνεφέρει, καλύτερα να επαναδομήσει τον χαρακτήρα του αγνού, ξεστρατισμένου φίλου.

Η ταινία αφήνει μια πικρή γεύση και αρκετά ερωτηματικά, σπουδαίοι οι πρωταγωνιστές, αριστοτεχνικό μοντάζ και λιτή σχεδόν απέριττη φωτογραφία που δίνει την αίσθηση της εύκολης, της απλής παραγωγής ενώ συμβαίνει το αντίθετο. Οι κρυφές λεπτομέρειες στο ντεκόρ τα νυχτερινά γυρίσματα και οι γενικές συνθέσεις, τα πλάνα με την κάμερα τοποθετημένη μακριά από τα αντικείμενα προδίδουν την ιδιαίτερη, λεπτομερειακή φροντίδα της ομάδας παραγωγής.

Ο διευθυντής φωτογραφίας άλλωστε για να πετύχει το εικαστικό αποτέλεσμα έκανε λήψεις,  με το σπάνιο σήμερα, φίλμ 65mm.

Όμως έμενε ένα γιατί  στο μυαλό μου, τι ήταν τόσο σπουδαίο που έκανε τον σκηνοθέτη, τον παραγωγό, να καταπιαστεί με το θέμα. Νιώθαμε την γραμμή του χρόνου να διακόπτεται, ένα κομμάτι παρέμενε κρυφό, αφώτιστο. Μια περισσότερο προσεκτική ματιά και η σκιά που καλύπτει προσεκτικά το θέμα ξεπηδά μπροστά μας.

Η Αμερική του ’50, μια χώρα έπειτα από τον πόλεμο που αναζητά ήρωες, ηγέτες, δρόμους που να την οδηγήσουν στην  ανάταση, μια αυτοκρατορία που ψάχνει την σκάλα για ψηλά.

Η ομοιότητα του πρωταγωνιστή, Λάνκαστερ Ντοντ, του ηγέτη, με τον ιδρυτή της Σαϊεντολογίας Λ. Ρον Χάμπαρτ, προδίδει τις μύχιες σκέψεις του συγγραφέα. Μα και η χρονική επιλογή συμπίπτει με την ανάπτυξη του κινήματος των Σαϊεντολόγων.

Είναι λοιπόν μια προσπάθεια να πούμε ιστορίες που πονάνε, ιστορίες που κρύβουμε, παραχώνουμε προσεκτικά. Μόνο οι μυημένοι μπορούσαν να τις κουβεντιάζουν χαμηλόφωνα. Η αμερικάνικη κοινωνία καταφέρνει να εξελίσσεται δίνοντας κομμάτια του εαυτού της μέσα από τον σινεμά. Ένα κίνημα βάσης, μια οικογένεια, οπαδοί και ο αγνός καθαρός Αμερικάνος. Το αρχικό, οξύμμορο σχήμα, οι πρώτοι, οι τακτοποιημένοι αμφισβητούν τα πάντα, ακόμη και τον τωρινό χωροχρόνο. Ο δεύτερος έδωσε τα πάντα για την πατρίδα του και παραμένει μέσα της, ένας ατελής, μέσα σε ακραία αμφισβήτηση.

Από την άλλη η αίρεση ζει και βασιλεύει, γεμίζοντας με ρευστό και ψυχές, τα ταμεία της.

Το άρωμα και το ύφος, της μεταπολεμικής Αμερικής, περνά μέσα από τις σεκάνς μιας σπουδαίας ταινίας. Ένα φίλμ που δείχνει να φλερτάρει με τα Όσκαρ, δημιουργεί νέα ερωτηματικά μέσα στα χρόνια της πρώιμης παγκοσμιοποίησης.

Όταν στους πολυκινηματογράφους προβάλλεται κάτι διαφορετικό πρέπει να το μοιραζόμαστε.