Το χείρον…χείριστον!

αρχείο λήψης24grammata.com-άποψη

γράφει ο  Νάσος Κατσώχης.

Διαβάστε όλη την αρθρογραφία του Νάσου Κατσώχη στο 24grammata.com κλικ εδώ

Πριν δύο εβδομάδες κάθησα να δω τον Τελικό του Champions League ανάμεσα στη Ρεάλ Μαδρίτης και στην Ατλέτικο Μαδρίτης. Δεν υποστήριζα αρχικά καμία από τις δύο μονομάχους, όμως τελικά κάποια από τις δύο ήθελα να κατακτήσει το τρόπαιο. Και, με την αφορμή της επιλογής ανάμεσα σε δύο αρχικά ”αδιάφορες” καταστάσεις (την επικράτηση δηλαδή της μιας ή της άλλης φιναλίστ), έκανα κάποιες σκέψεις σχετικά με ”ειδικές” διλημματικές καταστάσεις.
Αλλά ας δούμε καταρχήν γενικά το ζήτημα. Η ζωή-μας πράγματι είναι γεμάτη από διλήμματα. Και γεμάτη από περιπτώσεις όπου καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα σε καταστάσεις, πρόσωπα, εκδοχές (που είτε επινοούμε- θέτουμε εμείς, είτε μάς καλούν να κάνουμε άλλοι. Και εφεξής, θα χρησιμοποιώ συμβατικά τον όρο ‘δίλημμα’, καλύπτοντας και τις περιπτώσεις που αναφέρονται σε περισσότερες των δύο επιλογές).
Μεταξύ τώρα του πλήθους των σχετικών περιπτώσεων, υπάρχουν φορές που καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες αρνητικές (ανεπιθύμητες, δυσάρεστες, ή -απλά- αδιάφορες κτλ.) εκδοχές (όπως αυτή του Τελικού του Champions League για τον γράφοντα).
Φαινομενικά, πρόκειται για περιττή ανάγκη: μπορούμε κάλλιστα να μην πάρουμε θέση σε ένα τέτοιο δίλημμα. Εξάλλου, το να πάρουμε μάς κάνει να υποβάλλουμε τον εαυτό μας σε νοητικό κόστος, χωρίς μάλιστα φαινομενικό όφελος. Κι όμως: σπάνια, αν όχι ποτέ, ένας άνθρωπος είναι απολύτως ουδέτερος, απέναντι ακόμα και στις πιο αρνητικές εκδοχές. Υπάρχει, φαίνεται, μια ενδόμυχη ανάγκη (ένα ουσιαστικό δηλαδή ”όφελος”) που μας κάνει -όπως και στην περίπτωση όπου τουλάχιστον μία εκδοχή του διλήμματος μάς είναι επιθυμητή- γενικά να πάρουμε θέση, αλλά και ειδικά να υποστηρίξουμε βάσει συγκεκριμένης λογικής το ένα ή το άλλο σκέλος.
Ας δούμε όμως ξεχωριστά τα δύο ζητήματα. Ως προς το γενικότερο, επί της διαδικασίας δηλαδή, τί -με αναφορά στον ψυχισμό μας- μάς αναγκάζει σχεδόν πάντα να παίρνουμε θέση σε ένα δίλημμα, κοινοποιώντας την ή εσωτερικεύοντάς την κατά νου; Αν δεν τίθεται το δίλημμα υποχρεωτικά (ως απειλή εναντίον μας, π.χ.), τότε καθ’ υπόθεση, θα έλεγα, πρόκειται για την ενδόμυχη ανάγκη μας να βιώσουμε μια κατάσταση όπου δυνητικά θα ανταμειφθούμε μέσω της επικράτησης της υποστηριζόμενης εκδοχής: γνωστικά-νοητικά δηλαδή έχουμε έφεση στο να παίρνουμε το ρίσκο, σε ένα ‘παίγνιο’ όπου ταυτιζόμαστε με τη μία ή την άλλη πλευρά του διλήμματος, σε μια, περιστασιακή έστω, νοηματοδότηση. Ακόμη και σε μόνο αρνητικές καταστάσεις: το ‘παίγνιο’ και εκεί έχει το ενδιαφέρον του, ειδικότερα καθώς συχνά στο πλαίσιο του διλήμματος ερχόμαστε σε ‘κόντρα’ με άλλους που υποστηρίζουν το αντίθετο από μας. Σε μια διαπροσωπική κόντρα εθιστική, ή άλλοτε υλικά μεταφράσιμη (οι περιπτώσεις όπου οι εμπλεκόμενοι βάζουν μεταξύ τους στοίχημα).

Ως προς το άλλο τώρα, το ειδικότερο ζήτημα, δηλαδή ως προς τα σκέλη του διλήμματος καθ’ αυτα, η μη ουδετερότητα -μας ακόμη και στις συζητούμενες ”ανεπιθύμητες ή αδιάφορες” περιπτώσεις δικαιολογείται στη βάση του ότι, μολονότι εξ ορισμού ή εξ υποθέσεως καμία από τις εκδοχές δεν μας είναι πιο ευχάριστη από την άλλη (τις άλλες), ώστε να την επιλέξουμε, σίγουρα κάποια θα είναι -ή θα επιλεγεί με ad hoc τρόπους ή κριτήρια ως- περισσότερο δυσάρεστη, ώστε να την απορρίψουμε.
Ας γίνω όμως πιο σαφής ως προς τούτο, καθώς σηματοδοτεί μία λεπτή, σχολαστική κατά τα φαινόμενα, αλλά κατ’ ουσίαν όχι ασήμαντη παράμετρο της επιλογής: οπωσδήποτε βέβαια η τελική κατάσταση του νου είναι η γνωστή της ρήσης που ανέφερα. Να διαλέγουμε δηλαδή το μη χείρον (ως) βέλτιστον. Για να φτάσουμε όμως εκεί, προηγείται γνωστικά-νοητικά ένα, ανεπαίσθητο έστω, βήμα σκέψης, που έχει τη σημασία του ως προς τα ανθρώπινα: ο νους μας δηλαδή αρχικά στρέφεται με ‘αρνητικό τρόπο’, όχι άμεσα στο τι είναι το λιγότερο κακό (ώστε να το προτιμήσει), αλλά αντίθετα στο τι αποτελεί το περισσότερο κακό (ώστε να το απορρίψει). Και έπειτα, αναγκαστικά και λογικά, βάσει μιας απλής παραγωγικής συλλογιστικής, τύπου ‘ή α ή β, όχι β, άρα α’, προτιμά την άλλη εκδοχή. Εγώ τουλάχιστον έτσι έχω συλλάβει τον εαυτό μου να πράττει σε διαδικασίες επιλογής ανάμεσα (μόνο) σε αρνητικές εκδοχές. Εκεί αναφέρομαι. Όμως -ξαναλέω- όντως η κατάληξη συνίσταται στο να επιλέγουμε το λιγότερο κακό. Και από το ‘χείρον, χείριστον’ να οδηγούμαστε στο ‘μη χείρον, βέλτιστον’.

Το ότι η εκκίνηση του νου τώρα γίνεται από την απόρριψη του πιο ανεπιθύμητου, είναι σημαντικό επειδή -αλλά και δικαιολογήσιμο γενικά στη βάση του ότι- εμείς οι άνθρωποι πάντα έχουμε ανοιχτές τις ”κεραίες” του λογισμού μας, ώστε -εν είδει αμυντικού μηχανισμού- αρχικά να ανιχνεύουμε το πλέον αρνητικό, πείτε το απειλητικό, δυσάρεστο ή όπως αλλιώς. Ό,τι πρέπει να αποφύγουμε δηλαδή. Πρόκειται για έναν πιο ασφαλή δρόμο, που αρχικά μας απαλλάσσει από το βάρος του (πιο) ανεπιθύμητου, και έπειτα μας στρέφει σε πιο θετικές πλευρές της επιλογής.

Η αρνητική αυτη διάσταση, με άλλα λόγια ο -έτσι κι αλλιώς- ενστικτικός σε πολλές πλευρές της συμπεριφοράς-μας αρνητικός προσανατολισμός, είναι που μας οδηγεί αρχικά στην ανάγκη της απόρριψης, και όχι κατευθείαν στην προτίμηση. Τώρα, ακόμη και αν γενικά δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος ώστε να απορρίψουμε πιο εύκολα κάποιο σκέλος, η ανίχνευσή του (του λόγου) συνεχίζεται ως προς ειδικότερα στοιχεία, ώσπου να βρεθεί το απορριπτέο. Ποια είναι τα ειδικότερα στοιχεία; Κάποια επιμέρους πτυχή με τις οποίες συνδέονται οι επιλογές του διλήμματος π.χ., ενδέχεται να σχετίζεται με στοιχεία από τη βιωματική μας σφαίρα. Ανάμεσα σε άλλα, για παράδειγμα κάποια ανάμνησή μας, κάποιο ειδολογικό στοιχείο (χρώμα, μορφή, υφή) που συνδέεται με τις επιλογές (π.χ. η προτίμηση μιας ομάδας λόγω χρώματος). Ή κάποια ιδεοληψία, κάποιο ψυχαναγκαστικό ή εν γένει ψυχικό χαρακτηριστικό που ανασύρεται, θα μάς κάνει να προτιμήσουμε κάτι από όλα. Ακόμη και μια ad hoc διαδικασία, ως έσχατη λύση στην αδυναμία μας να βρούμε κάποιο λόγο που θα μας στρέψει στη μία ή στην άλλη πλευρά: π.χ. η κλασική ρίψη του νομίσματος, με την ‘κορώνα’ ή τα ‘γράμματα’ να αντιστοιχούν στη μία ή την άλλη εκδοχή.
Σε κάθε περίπτωση, πλάι σε άλλα γνωρίσματά του ο άνθρωπος μπορεί να αναγνωριστεί και ως ‘επιλεκτικό ον’: η μη επιλογή αφαιρεί μέρος του ενδιαφέροντος της ζωής
ΥΓ: στην περίπτωση της δικής μου επιλογής σχετικά με τον Τελικό του Champions League, υπήρχε και ένα ακόμη ειδικό συγκρουσιακό χαρακτηριστικό: είχα κάποιον λόγο για να υποστηρίξω μία συγκεκριμένη από τις φιναλίστ, την χ, όμως ταυτόχρονα είχα και έναν λόγο για να μην την υποστηρίξω. Ε, η τελική επιλογή-μου έγινε, ακόμη και στη σύγκρουση που ανέφερα, ακριβώς όπως περιέγραψα στο παρόν άρθρο: αρνητικά. Επέλεξα δηλαδή να υποστηρίξω την αντίπαλο της χ, επειδή -κατά πως φαίνεται- ό,τι με ωθούσε να μην υποστηρίξω τη χ, μού ήταν περισσότερο ανεπιθύμητο από όσο επιθυμητό μού ήταν ό,τι με ωθούσε να την υποστηρίξω!

Νάσος Κατσώχης

[email protected]