H είδηση της απονομής -προ ολίγων εβδομάδων- του Νόμπελ ειρήνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να ομολογήσω, ότι στην αρχή μου φάνηκε κάτι μεταξύ ανεκδότου και φάρσας, από αυτά που κυκλοφορούν συνεχώς στο διαδίκτυο. Η επιβεβαίωση της είδησης με έκανε να το ξανασκεφθώ: δεν ήταν τελικά τόσο εξωφρενική, όσο μου φάνηκε αρχικά. Αφ’ενός η ίδρυση και η επέκταση της ενωμένης Ευρώπης (από την αρχική της εκδοχή έως τη σημερινή της μορφή) συνέβαλε αναντίρρητα στην οικοδόμηση των συνθηκών εκείνων που επέτρεψαν μια πρωτοφανή, σχεδόν, ιστορικά μακρά περίοδο ειρήνης και ευημερίας στο μεγαλύτερο τμήμα της ηπείρου και αφ’ετέρου η νορβηγική επιτροπή που είναι υπεύθυνη για την απονομή των Νόμπελ ειρήνης έχει δείξει και στο παρελθόν ότι, ανεξάρτητα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς μαζί του, διαθέτει ένα συγκεκριμένο πολιτικό σκεπτικό με το οποίο κάνει κάθε χρόνο την επιλογή της. Είναι επίσης σαφές, ότι η συμβολική αυτή βράβευση της ΕΕ, ήρθε σε μια πολύ δύσκολη και κρίσιμη καμπή της ιστορικής της διαδρομής, σε μια συγκυρία που ο ευρωπαϊκός φεντεραλισμός πνέει τα λοίσθια -και όχι μόνο στη σκληρά δοκιμαζόμενη χώρα μας-, και που οι υποστηρικτές του οράματος της ενωμένης Ευρώπης -και στο σημείο αυτό να ξεκαθαρίσω ότι είμαι ένας από αυτούς- δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να υποστηρίξουν και να διακηρύξουν την πίστη τους αυτή. Ποια είναι, στην πραγματικότητα, η ουσία του λεγόμενου «ευρωπαϊκού ιδεώδους»;Είναι η ειρηνική συνύπαρξη και η συνεργασία των ευρωπαϊκών λαών σε συνθήκες ασφάλειας, αμοιβαιότητας, ισοτιμίας, αλληλεγγύης και σεβασμού των εθνικών και πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων. Είναι η κοινή αποδοχή ενός πλαισίου δημοκρατίας, ανοχής και ανεκτικότητας, προάσπισης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπεράσπισης της εργασίας, σεβασμού στον κοινοβουλευτισμό και τη νομιμότητα (νομο-κρατία). Είναι, τέλος, η προσπάθεια θεσμικής οικοδόμησης μια κοινής πολιτικής στέγης που θα στεγάζει τις προσπάθειες όλων των Ευρωπαίων πολιτών για ευημερία και προκοπή, χωρίς αποκλεισμούς, περιθωριοποιήσεις και στεγανά.
Αν αυτός θα μπορούσε να είναι ο ορισμός του «ευρωπαϊκού ιδεώδους», τότε κάποια -πολλά, μα πάρα πολλά- πράγματα δεν πάνε καθόλου -μα καθόλου- καλά τα τελευταία χρόνια και κάποιοι πολλοί σημαντικοί κίνδυνοι ελλοχεύουν. Eστιάζοντας στις οικονομικές επιπτώσεις της σοβούσης κρίσης και στη ραγδαία υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου δεκάδων εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών -κυρίως στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, αλλά όχι μόνο-, έχουμε την τάση να υποβαθμίζουμε ορισμένα πολύ ανησυχητικά σημεία έκπτωσης των βασικών οριζουσών της δημοκρατικής συγκρότησης των ευρωπαϊκών κοινωνιών και περαιτέρω ατροφίας της δημοκρατικής νομιμοποίησης των θεσμών της ίδιας της ΕΕ. Ήδη από το ξεκίνημα της κρίσης, ο, εν πολλοίς, περιορισμένος-διακοσμητικός ρόλος του μοναδικού αιρετού οργάνου της ΕΕ -του Ευρωκοινοβουλίου- υποχώρησε ακόμη περισσότερο, με τις πάντα καθυστερημένες και ανεπαρκείς ( too little-too late) αποφάσεις να επικυρώνονται απλώς στα συμβούλια κορυφής -γιατί στην πραγματικότητα είχαν ήδη ληφθεί από τη γερμανική καγκελαρία και οριστικοποιηθεί στις συναντήσεις Μέρκελ-Σαρκοζί (μετά την εκλογική ήττα του τελευταίου, σταμάτησαν κι αυτές). Στην πραγματικότητα η οικονομική ισχύς της Γερμανίας είτε επιβάλει εξ ολοκλήρου την αντζέντα της, είτε όταν αυτό δεν συμβεί, όπως στην απόφαση του Ιουλίου περί τραπεζικής ενοποίησης, απλά οι αποφάσεις δεν εφαρμόζονται ή παρακάμπονται. Στην Ελλάδα επιβάλλονται εξαιρετικά ταπεινωτικοί όροι επιτροπείας, που ξεπερνούν πλέον την έννοια της εποπτείας και θυμίζουν αντιμετώπιση αποικίας, η λειτουργία του ελληνικού κοινοβουλίου ευτελίζεται, το πολυνομοσχέδιο-μνημόνιο των εκατοντάδων σελίδων ψηφίζεται ως ένα και μοναδικό άρθρο με διαδικασία κατεπείγοντος, διατάξεις που μια εβδομάδα πριν καταψηφίσθηκαν στη Βουλή επανέρχονται «ύπουλα» ως μέρος του μνημονίου, ένας νέας κοπής αυταρχισμός με διώξεις και απολύσεις δημοσιογράφων γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί, ενώ πολύ μεγάλες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας σε χώρες όπως η Ισπανία «πατάσσονται» με πλαστικές σφαίρες εναντίον του πλήθους.
Το θέμα δεν είναι δευτερεύον, είναι απολύτως ουσιώδες.
Η δύναμη και η ουσία της Ευρώπης υπήρξε και θα έπρεπε να είναι η δημοκρατία, ο αλληλοσεβασμός, η διαβούλευση, οι συγκλίσεις, η αναζήτηση κοινών τόπων και ελάχιστων κοινών παρονομαστών, έστω και με τη λογική των υπαρκτών συσχετισμών ισχύος. Η άνωθεν επιβολή, η παράκαμψη των δημοκρατικών διαδικασιών, ο τιμωρητικός εξευτελισμός χωρών ολόκληρων, ο εκβιασμός ως μοναδικό εργαλείο άσκησης πολιτικής, όχι μόνο δεν συνάδουν με την ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό του διαφωτισμού και του ορθού λόγου, αλλά αποδεικνύονται και παντελώς ατελέσφορα και αναποτελεσματικά. Η οικονομική κρίση βαθαίνει, ο ευρωπαϊκός νότος βυθίζεται στην υπανάπτυξη και την κοινωνική αποδιάρθρωση, η ύφεση κρούει πλέον τη θύρα και του πλούσιου Βορρά, οι εθνικισμοί και η καχυποψία φουντώνουν, οι ασφυκτιούσες και αποπροσανατολισμένες κοινωνίες ανακαλύπτουν την ερεβώδη γοητεία του νεοναζισμού, η ΕΕ ως -ανύπαρκτο- πολιτικό υποκείμενο στέκεται αμήχανη και ανήμπορη μπροστά στον συστημικό γεωπολιτικό κλονισμό που ξεκινά με επίκεντρο την πάντα εύφλεκτη Μέση Ανατολή.
Αν η ιδέα είναι, ότι η Ευρώπη πρέπει να πουλήσει τη -δημοκρατική- ψυχή της για να βγει από την οικονομική κρίση, το πιθανότερο είναι, ότι και από την κρίση δεν θα βγει -και σίγουρα όχι αλώβητη- και την ψυχή της θα χάσει.
Στον ανελέητο διεθνή οικονομικό, εμπορικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό -κάποιοι τον αποκαλούν παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο- η Ευρώπη στερείται του δημογραφικού και οικονομικού δυναμισμού των νέων υπερδυνάμεων της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, της στρατιωτικής και πολιτικής ισχύος καθώς και της διασυνδεδεμένης με την αγορά επιστημονικής και τεχνολογικής πρωτοπορίας και καινοτομίας των Αμερικανών, στερείται ακόμη ενεργειακής αυτάρκειας και ενιαίας πολιτικής έκφρασης. Η κρίση χρέους που τώρα τη δοκιμάζει θα φαντάζει ενδεχομένως αστεία, σε σχέση με την κρίση αδυναμίας χρηματοδότησης του ασφαλιστικού που θα ανακύψει σε μερικές δεκαετίες ως απότοκος της δραματικής δημογραφικής της γήρανσης.
Αν η ιδέα είναι είναι, ότι η Ευρώπη θα προσπαθήσει να ξαναγίνει κραταιά και ανταγωνιστική υιοθετώντας και εγκαθιστώντας ένα «κινεζοποιημένο» εργασιακό και οικονομικό μοντέλο, τότε όσοι το απεργάζονται, το δοκιμάζουν και το προωθούν, θα πρέπει να ετοιμάζονται να θερίσουν πρωτόφαντες κοινωνικές και πολιτικές θύελλες.
«Κινεζοποίηση» με συνθήκες δυτικού τύπου δημοκρατίας είναι απλά άτοπη.
«Κινεζοποίηση» στο πολιτικό, πολιτισμικό και ιστορικό περιβάλλον της Ευρώπης είναι απλά εκτός πραγματικότητας.
Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες οφείλουν να επανασυνδέσουν την πολιτική και την πρακτική τους με τις παραδόσεις και τα ιδεώδη του δυτικού πολιτισμού, οφείλουν να εγκαταλείψουν τις κοντόθωρες εμμονικές τους προσεγγίσεις, οφείλουν να ξανα-αποκτήσουν ιστορική οπτική, οφείλουν, κοντολογίς, να αποκαταστήσουν την επαφή τους με την κοινή λογική και την πραγματικότητα. Οφείλουν τέλος να υπερασπισθούν σθεναρά την προοπτική πολιτικής εμβάθυνσης, οικονομικής σύγκλισης και τελικά ομοσπονδιοποίησης της ΕΕ, να εργασθούν ειλικρινά γι’αυτήν και να εξηγήσουν χωρίς λαϊκισμούς και υπεκφυγές στους Ευρωπαίους πολίτες, ή αν θέλετε, στους ευρωπαϊκούς λαούς, γιατί αυτή είναι απαραίτητη και τι σημαίνει στην πράξη. Ένα τόσο δύσκολο, τόσο μεγάλο, τόσο αναγκαίο εγχείρημα, μόνο με διαδικασίες ουσιαστικά δημοκρατικές και ενσυνείδητα συναινετικές μπορεί να προχωρήσει.
Άλλως, το χάος παραμονεύει.
Ή, ίσως… έχει ήδη αρχίσει….
Κλείνοντας, σας προτείνω να παρακολουθήσετε αυτό το βίντεο, που φτιάχθηκε στην Πορτογαλία (επ’ευκαιρίας, αν δεν κάνω λάθος, επίσημης επίσκεψης της Γερμανίδας καγκελαρίου στη χώρα αυτή) με τον αιχμηρό τίτλο “Ιch bin ein Berliner” («Eίμαι ένας Βερολινέζος»- από τη διάσημη ομιλία του Αμερικανού προέδρου John Kennedy). Aναδεικνύει με ευκρίνεια το ψυχολογικό και πολιτικό χάσμα που διευρύνεται και βαθαίνει μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών, ακόμη και όταν δεν εκφράζεται -όπως στην περίπτωση αυτού του μικρού φιλμ- με επιθετικά στερεότυπα ή με κραυγές εθνοτικού απομονωτισμού.
Υ.Γ. Το σκίτσο είναι του Ηλία Μακρή.
Info: Τ’ αστέρια ξεθωριάζουν στο βυσσινί διαβατήριο. Toυ Νίκου Ξυδάκη.
Η ελλαδική αντίληψη της Ευρώπης (No money, no honey)
Οι θυσίες μας και οι εταίροι μας. Tου Νίκου Κωνσταντάρα
* «Μεγάλος ασθενής» χαρακτηριζόταν από την ευρωπαϊκή διπλωματία στα τέλη του 19ου, αρχές του 20ου αιώνα η μεγάλη ακόμα, αλλά εμφανώς αποδυναμωμένη, Οθωμανική Αυτοκρατορία, προοικονομώντας την αποδόμηση της που επακολούθησε.