24grammata.com-άποψη
γράφει και φωτογραφίζει ο Μανώλης Δημελλάς
Διαβάστε όλη την εργογραφία του Μανώλη Δημελλά στο 24grammata.com κλικ εδώ
Κάθε τόσο σήκωνε το κεφάλι και ένα παράξενο χαμόγελο αχνοφαινόταν στο τζάμι του τραίνου, έπειτα, σα να ήταν ολομόναχος, ψέλιζε αριθμούς, πρόσθετε κι αφαιρούσε, μέχρι που κατέληγε σε τριψήφια αρνητικά νούμερα.
Ξανάσκυβε σε ένα μικρό τσαλακωμένο τετράδιο με λαδωμένες άκρες κι έγραφε κατεβατά. Ήταν τα έξοδα και τα ανύπαρκτα έσοδα ενός αγνώστου, που κι αυτός είχε καταλήξει παρίας μέσα στον φαγανό πολιτισμό μας.
Τα ρούχα του βρωμούσαν και πρόδιδαν φτώχεια και η απλυσιά του κορμιού έκανε τους συνεπιβάτες να τραβούν πέρα, στην άλλη άκρη του βαγονιού.
Οι λίγο πιο ώριμοι κατέβαζαν το κεφάλι και ντρέπονταν για λογαριασμό των υπολοίπων, υπήρχαν και κάμποσοι που κορόϊδευαν και μειδιούσαν ειρωνικά, μα σίγουρα αυτοί ήταν από κείνους τους άμυαλους που γίνονται μικροί φασίστες στο άψε σβήσε και κάθε φορά ταυτίζονται με τους πιο ανόητους και άχρηστους κανόνες.
Δεν ήταν κανένας διανοούμενος, μάλλον μόνιμος θεατής και πρώην χειροκροτητής της δήθεν ελεύθερης κοινωνίας, ένας κανονικός βαρύμοιρος που πετάχτηκε στο δρόμο σα χαλασμένη σούστα και προσπαθούσε, μα σε όλη τη ζωή του μόνο προσπαθούσε, αυτό μπορούσε να κάνει και να αποτυγχάνει με θόρυβο.
Το φανέρωνε η αριθμητική του και το σταθερά αρνητικό αποτέλεσμα! Από αυτούς που στο τέλος γίνονται αόρατα φαντάσματα, άνθρωποι δίχως χνάρι κι αν τύχει και ξαπλώσουν κάπου κοντά στην υπόλοιπη αγέλη, μα τότε γίνονται τα πιο εύκολα θύματα, αφού η φωνή τους δε φτάνει πουθενά κι έτσι οι δίκαιοι αρχηγοί αφού πρώτα τους ευλογήσουν, έπειτα θα τους κάμουν χίλια δυο κομμάτια.
Στην αρχή το βαγόνι θορυβήθηκε, όμως δεν πέρασε μια στάση όταν κάποιος άνοιξε το παράθυρο, τότε η ανυπόφορη μυρωδιά ρουφήχτηκε και κάπως στα ξαφνικά ο άγνωστος μεταμορφώθηκε στην πιο λογική συνήθεια, έπειτα ήταν σα να μην υπήρξε πότε και οι επιβάτες ξαναγύρισαν στο πρόγραμμα τους. Ενώ εκείνος συνέχισε να μετρά νούμερα και πότε πότε να βγάζει χαρτάκια με λογαριασμούς μέσα από ξεραμμένες τσέπες, να κοιτά τους διπλανούς του και να εξηγεί στον αέρα για τα χρέη του, ενώ εκείνοι ανήμποροι συνέχισαν να αγνοούν την υπάρξη του.
Δεν ξέρω τι θα συνέβαινε αν αυτοκτονούσε μπροστά στα μάτια των συνεπιβατών, δεν το έκανε, υποθέτω βέβαια ότι θα ήταν κρίμα κι άδικο, μα πάλι τι να σου κάμει και ο κοσμάκης που ψάχνει τρόπους να ισσοροπήσει από την αθεράπευτη τρέλα της καθημερινότητας. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έχουν κανένα νόημα τα διαβατήρια, οι χώρες προέλευσης, ούτε καν οι ηλικίες. Τα απόβλητα δεν έχουν ρόλο, φωνή, οὐτε και ψάχνουν θέση.
Το βαγόνι άδειασε και τώρα είχε γεμίσει μετανάστες, αραβόφωνα ζευγάρια με ένα τσούρμο παιδιά, όλα γεννήματα του πολέμου, μα τώρα πια ο άγνωστος δεν ξεχώριζε, δεν ήταν πια διαφορετικός.
Μέσα στη βαθιά θάλασσα η θολούρα αρχίζει να γεννά από το πουθενά παράξενα ελπιδοφόρα σχήματα, έτσι κι απελπισμένοι φτάνουν στην άλλη άκρη κι αφού αγγίξουν πάτο τότε πια ονειρεύονται, αφού δεν υπάρχει τίποτε άλλο να κἀνουν.
Το πιο παράδοξο είναι πως μέσα στην άπειρη κατάντια μόνο η λέξη ρήξη, ακούγεται κάπως αισιόδοξα!
Ο άγνωστος επιβάτης συνέχισε να πηγαινόρχεται πάνω στις ράγες, να μετρά χρέη και κάθε τόσο να βγάζει ακατάλυπτες κραυγές, ενώ όλο και περισσότεροι μετανάστες έψαχναν μια έξοδο από το ασφυκτικά γεμάτο βαγόνι που βρέθηκαν στριμωγμένοι.