γράφει ο Γιώργος Δαμιανός,
Ίσως να ‘ναι η εποχή με τις ατέρμονες (και παραπλανητικές) τηλεοπτικές συζητήσεις για την απόδραση (αλήθεια από που απέδρασε;) του Χριστόδουλου Ξηρού. Ίσως να ναι και η παρελθούσα ημέρα μνήμης του Βρανόπουλου (σκοτ. 24/01/1994), που με έκανε να ξεφυλλίσω το αρχείο μου για τη δράση της τρομοκρατίας στην Ελλάδα και να οργιστώ για άλλη μια φορά για τα “επαναστατικά” κριτήρια των τιμωρών της 17Νοέβρη.
Ο Μιχάλης Δ. Βρανόπουλος είχε διατελέσει πρόεδρος της Εθνικής τράπεζας (1991 – 1993) και όταν δολοφονήθηκε, τον Ιανουάριο του 1994, ήταν ιδιώτης. Το όνομα του είχε αναμειχθεί στην σκοτεινή και ύποπτη υπόθεση της μεταβίβασης της ΑΓΕΤ Ηρακλής από την Εθνική Τράπεζα (κατείχε το πλειοψηφικό πακέτο) στην Ιταλική Καλτσεστρούτσι. Δράστης της εν ψυχρώ και σχεδόν εξ επαφής δολοφονίας θεωρήθηκε ο Κουφοντίνας. Ο Κουφοντίνας και η παρέα του θεώρησαν τον Βρανόπουλο υπεύθυνο μαζί με Μητσοτάκη και Μάνο και βέβαια σκότωσαν τον πιο εύκολο και προσιτό, γι αυτούς, στόχο, τον τελευταίο τροχό μια “σάπιας μηχανής”, έτσι ώστε η “σάπια μηχανή” να συνεχίσει το ταξίδι της ανενόχλητη και ηθικά δικαιωμένη για τις αυταρχικές επιλογές της . Είναι απορίας άξιο ή άξιο πικρού γέλιου το κριτήριο με το οποίο επέλεγε τα θύματα της η 17Νοέμβρη. Την εποχή μάλιστα που έγινε η δολοφονία η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει, ήδη, χάσει τις εκλογές (η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου έχει “δικαιωθεί”, ο Μητσοτάκης ήταν στην αντιπολίτευση, ο Σαμαράς, με το ακροδεξιό μόρφωμα “Πολιτική Άνοιξη” πρωτοεμφανίζοταν στη Βουλή ως αρχηγός κόμματος, η Μαρία Δαμανάκη ηγείτο του Συνασπισμού και η Παπαρήγα, πάντα στη θέση της)
Η 17Νοέμβρη, βέβαια, με την πολιτική οξύτητα που τη διακρίνει θεωρούσε ως “εθνική απειλή” τον πρώην υψηλόβαθμο, και προσωρινό, τραπεζικό υπάλληλο Μιχάλη Βρανόπουλο, ενώ, όσοι έπαιρναν τις πολιτικές αποφάσεις, ήταν και είναι πάντα στο απυρόβλητο
Την εποχή που έγινε η εκτέλεση, κυβερνητικούς θώκους κατέχουν οι: Τσοχατζόπουλος, Παπαντωνίου, Σημίτης, Γ. Παπανδρέου, Πάγκαλος, Λαλιώτης Χρυσοχοϊδης, Πάχτας αλλά ο “αγώνας δικαιώθηκε με την εκτέλεση του Βρανόπουλου (δίχως να υποστηρίζω το δίλημμα “γιατί αυτόν και όχι άλλο”; είναι σαφέστατα εγκληματική πράξη η αφαίρεση της ζωής ενός ανθρώπου και δεν έχει τίποτα το επαναστατικό. Σχολιάζω την επιλογή, γιατί καταδεικνύει ότι η δολοφόνοι κινούνται ή από πολιτική τυφλότητα ή εσκεμμένα επιλέγουν τον πιο αδύναμο κρίκο του συστήματος).
Από τότε και μέχρι το 2000 ακολούθησαν και άλλες τρεις δολοφονίες (του συμβούλου της τουρκικής πρεσβείας Ομέρ Σιπαχίογλου, του εφοπλιστή Κώστα Περρατικού και του Βρετανού στρατιωτικού ακολούθου Στήβεν Σόντερς).
Αλήθεια, υπάρχει κανείς να πιστεύει ότι με αυτά τα θύματα εκφράστηκαν: η λαϊκή πάλη, το όραμα για ισότητα και δικαιοσύνη ή, τουλάχιστον, μια κάποια ηθική ικανοποίηση από την τιμωρία των πρωταιτίων; Έχουν το θράσος να φωτογραφίζονται μπροστά στον Τσε, τον Κολοκοτρώνη ή τον Άρη άνθρωποι που σκοτώνουν ιδιώτες, μισθωτούς υπάλληλους, οικογενειάρχες, δίχως καμία βαρύτητα στη λήψη των αποφάσεων. Δεν τους είπαν ότι ο Κολοκοτρώνης, ο Αρης και ο Τσε ηγήθηκαν χιλιάδες λαού, ήταν οι εκφραστές του οράματος μιας κοινωνίας που έψαχνε για ηγέτες και τους ανέδειξε μέσα από τα σπλάχνα της (και όχι με προκηρύξεις “διαφωτιστικού” περιεχομένου). Ο Κολοκοτρώνης, ο Αρης και ο Τσε εκπλήρωσαν το ρόλο τους που τους ανατέθηκε με τον καλύτερο και πιο αποτελεσματικό τρόπο: ήταν το καμάρι των φίλων και ο τρόμος των εχθρών. Τα “γουναράδικα” γι αυτούς ήταν απόφαση ζωής και όχι χαζοχαρούμενη ευχή στην 7η άδεια ενός φυλακισμένου με “διαγωγή κοσμία”. Σε καμιά περίπτωση δεν ήταν οι τζάμπα μάγκες, που αναζητάνε το χειροκρότημα μιας ολιγομελούς παρέας στα Εξάρχεια. Τον Άρη τον κλαίμε ακόμα, ενώ για σας οι μόνοι που κλαίνε είναι οι συγγενείς των θυμάτων σας.
Τι κατάφεραν οι “αυτόκλητοι σωτήρες” από τη δολοφονία του Βρανόπουλου και δώθε; Ποιο ήταν το μήνυμα που έδιναν στον “αμόρφωτο” λαό, τούτοι οι βαθυστόχαστοι σωτήρες; Την ίδια στιγμή που γινόταν το μεγαλύτερο πάρτι σκανδάλων, αυτοί βαρούσαν τα κουμπούρια τους κυριολεκτικά στο “γάμο του καραγκιόζη” (και ας με συγχωρέσουν οι συγγενείς των θυμάτων)
Όσο για το επικείμενο κτύπημα, κ. Ξηρέ, είναι σίγουρο ότι θα είναι μια από τα ίδια, επειδή τα “άδεια πουκάμισα”, κύριε Ξηρέ, ακόμα και αν ζωστούν με όπλα και πάλι άδεια μένουν…