Αλμανάκ 2015 – Ο Αστακός του Λάνθιμου-

Ο Αστακός του Λάνθιμου 24γραμματαγράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Όταν το 2012 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος περνούσε στην αθανασία πολλοί έσπευσαν να επισημάνουν την ορφάνια του ελληνικού κινηματογράφου. Οι εμβληματικές ταινίες του, προσηλωμένες στο ψυχικό, αναμιγνύοντας την ατμόσφαιρα της σύγχρονης, ελληνικής ιστορίας με το είδος της ανθρωπολογίας που οι πολύ αυθεντικοί δημιουργοί μπορούν μόνο να αναπαράγουν συνιστούν καίρια χαρακτηριστικά της φιλμογραφίας του Αγγελόπουλου. Στοιχεία τα οποία κατέστησαν τις ταινίες του διεθνείς αποδίδοντας στον ίδιο ένα ευρύ φάσμα ελάχιστων τιμών για την προσφορά του στην ελληνική και τη διεθνή, κινηματογραφική τέχνη.
Η εμμονή των σύγχρονων, ελληνικών φιλμ στην απομύζηση του ύφους του παλιού, ελληνικού κινηματογράφου έδωσε βεβαίως δείγματα γνήσιας τέχνης με υψηλό βαθμό εμπορικότητας. Εντούτοις το είδος της εξωστρέφειας και η περιορισμένη θεματική δεν μπορούσαν παρά να αφορούν μόνο το εγχώριο κοινό. Ένα κοινό ελάχιστα εκπαιδευμένο στις νέες τεχνοτροπίες του κινηματογράφου και τους σημαντικότερους εκπροσώπους του, όπως οι Ιταλοί νεορεαλιστές και τα βορειοευρωπαϊκά φιλμ των κοινωνικών αναπαραστάσεων και της σαφούς αναγωγής με αυτό που καλείται πραγματικό. Η διάθεση υψηλών κεφαλαίων στα πλαίσια της εντόπιας χρηματοδότησης με κριτήρια σαφώς εξωκαλλιτεχνικά παραχώρησε στον ελληνικό κινηματογράφο την ευκαιρία για μια νέα άνθηση και ένα άκρως πετυχημένο άνοιγμα στο φιλοθεάμον κοινό. Όμως αυτός ο κινηματογράφος παράμενε σε ένα καθεστώς αυτισμού, εννοώντας την αναφορά του στο εσωτερικό κοινό, περιορίζοντας πέρα απ΄τις θεματικές του όλα τα θεωρούμενα ως κοινώς αποδεκτά, ποιοτικά στάνταρ. Η ανταπόκριση του κοινού στις επιφανειακές παραγωγές της σύγχρονης, ελληνικής ηθογραφίας αποτελεί βεβαίως ένα δείγμα της επιτυχίας αυτού του είδους κινηματογράφου και της ροπής των θεατών, ενώ μοιάζει να δικαιολογεί απόλυτα την αθρόα, οικονομική ενίσχυση του είδους κατόπιν αυτής της ειλικρινούς ανταπόκρισης. Ας θεωρήσουμε λοιπόν πως ο νέος, ελληνικός κινηματογράφος με την περιορισμένη δυναμική του και την απαράμιλλη εσωστρέφειά του κατόρθωσε να προσθέσει μια νέα βαθμίδα στη σχέση του κοινού με την κινηματογραφική τέχνη.
Στον αντίποδα αυτού του εμπορικού είδους έρχεται να αντιπαρατεθεί ο Γιώργος Λάνθιμος με τον Αστακό του. Ένα φιλμ διεθνών προδιαγραφών, με εξαιρετικούς συντελεστές και μια πρωτότυπη θεματολογία, πολύ κοντύτερα στον παλμό τούτης της εποχής. Η βράβευσή του στο φετινό φεστιβάλ των Κανών επιβεβαίωσε με τον πιο πειστικό τρόπο την πετυχημένη σύλληψη του Λάνθιμου, ενώ έθεσε τον εγχώριο κινηματογράφο υπό το φως της διεθνούς προβολής. Πλάι στα φιλμ των Τούρκων κινηματογραφιστών και αντλώντας από τους Ιταλούς δημιουργούς των περασμένων δεκαετιών τέθηκε η ελληνική παραγωγή. Το βραβείο του Γιώργου Λάνθιμου, για το οποίο τόση λίγη αρθρογραφία αφιερώθηκε από τον εγχώριο έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, παρουσίασε σε διεθνές επίπεδο έναν ελληνικό κινηματογράφο πνευματώδη, δίχως ψυχολογικούς δισταγμούς, αντλώντας από τους σύγχρονους κώδικες τα κοινά εκείνα στοιχεία που καθορίζουν την κινηματογραφική τέχνη του νέου αιώνα. Αστική ψυχολογία, τα νέα σύμβολα, οι δύσκολες, ανθρώπινες σχέσεις με τις οξύτατες γωνίες τους. Όλα τούτα συνιστούν πρωτεύον ενδιαφέρον για τον Λάνθιμο αλλά και την τέχνη η οποία διεκδικεί τώρα πια περισσότερο από ποτέ το μερίδιο της πρωτοπορίας που της αναλογεί. Ο Λάνθιμος έρχεται σε μια εποχή πλήρους απαξίωσης της ελληνικής τέχνης. Οι σπασμωδικές επιτυχίες της, όπως το ευρωπαϊκό βραβείο του συγγραφέα Μάκη Τσίτα αλλά και το βραβείο των κριτικών στις Κάννες επιβεβαιώνουν την υψηλή ποιότητα, η οποία δεν αλλοιώνεται και δεν εκπίπτει παρά τις καταστροφικές κοινωνικές και οικονομικές συγκυρίες μιας παρατεταμένης κρίσης με πολλές προεκτάσεις σε όλα τα επίπεδα.
Απομένει τώρα πια στο αισθητήριο των ανθρώπων της τηλεόρασης να συστήσουν το νέο είδος κινηματογράφου στο ελληνικό, αέναα διστακτικό κοινό. Μόνο μέσα απ΄τη μικρή οθόνη είναι δυνατόν ο Λάνθιμος να καταστεί οικείος σε ένα κοινό που ως τώρα δεν έχει αποκωδικοποιήσει τον βαθμό εκείνο στον οποίο τον αφορά ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος από πλευράς εντοπιότητας και αυθεντικής δημιουργίας. Ας ελπίσουμε πως ο Γιώργος Λάνθιμος θα κατορθώσει να απευθυνθεί με επιτυχία στο νεανικό κοινό της χώρας, το οποίο παραμένει ανοικτό και διαθέσιμο στο νέο και το αδοκίμαστο. Τούτη την εποχή ακόμη περισσότερο, μια και μέσα απ΄την καταστροφή μιας ολόκληρης χώρας και την αποδόμηση των κοινωνικών της αξιών θα προκύψει η αναγκαιότητα για τον επαναπροσδιορισμό της τέχνης και της απαίτησης για μια δυναμική ενσωμάτωσή της σε όλα όσα υπονοεί ο καινούριος αιώνας.
Μετά τη βράβευσή του το 2011 στο φεστιβάλ της Βενετίας ο Λάνθιμος κερδίζει το στοίχημα μιας υψηλής τέχνης το 2015 με τη σπουδαία επιτυχία του Αστακού του στις Κάνες. Το φιλμ διακρίνεται ανάμεσα στα τόσα υψηλά δείγματα του διεθνούς κινηματογράφου, πιστοποιώντας το άλμα που κατόρθωσε η ελληνική τέχνη με τη δημιουργική προσέγγιση του Λάνθιμου.