Για την ποίηση του Πάμπου Φιλίππου…

 Layout 1ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΕΣ
Για την ποίηση του Πάμπου Φιλίππου,
για να διαβάσετε όλα τα άρθρα του Πάμπου Φιλίππου, καθώς και κριτικές των έργων του κλικ εδώ
«Πιο αριστερά απ΄την καρδιά δεν υπάρχει»
«με το λεύτερο ένδυμα του κυνηγού..»
Ουώλτ Ουίτμαν

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Στους δρόμους με τις φάμπρικες ο Αμερικάνος, λέει για το λόγο που είναι ένα χάρμα. Που ρουφάει ανθρώπους και τοπία, δέντρα, φυτά, φάμπρικες και κινέζικά σκυλάκια. Ο Χόγκρε λένε δεν ήταν ποτέ νεκρός, αποκοιμισμένος ταξίδευε στην Τροία και όλο και κοντύτερα στη γη των Λαιστρυγόνων. Ο Χόγκρε δεν έχει πεθάνει, μόνο στους τοίχους σύνθημα, το αντικείμενο και η συνείδηση υφασμένη σ΄ένα σχέδιο φανταστικό. Ο Αμερικάνος φτιάχνει ποίηση και θέλει κόπο και προσπάθεια πνευματική για να φτιαχτούν στίχοι και μουσικές. Πάντα εκεί που πλέουν ήσυχες οι παλιές ψυχές, πάντα εκεί ο Χόγκρε, ο έφηβος αγωνιστής, ο Αμερικάνος, ο γάτος Φελίξ με τον κόσμο του που φθάνει ως τα παράθυρα. Ο Τερζάκης ίσως είχε στο νου του τις κατεστραμμένες μας ευκαιρίες όταν αναφωνούσε η ποίηση μας αποκαλύπτει αστραπιαίες σκέψεις σ΄ένα σύμπαν ανυποψίαστο.

Ο Χόγκρε, ο Φελίξ, οι Αμερικάνοι ποιητές των εμπόλεμων εποχών, οι τραγουδιστές των κατεχόμενων, αποκτούν την όψη σύγχρονων, μυθιστορηματικών ηρώων, απόκληρων και περιθωριακών. Συχνάζουν αριστερά της καρδιάς, των εποχών και των αποκλεισμών, στέκουν πάντα στα όρια της πόλης. Μακρύτερα πάντα βαδίζουν στις απελπισμένες πορείες τους, μακρύτερα από τα μηνύματα, τις εντάσεις και τις μοναξιές. Οι φίλοι μας, ο Χόγκρε, ο Φελίξ και οι συλλέκτες των αμφιβίων, ζουν ερωτικά, προσμένουν τραγικοί τους πολέμους και σηκώνουν τις νύχτες στους ώμους. Πύρινοι στις πλατείες και τους σταθμούς ανεφοδιασμού των εθνικών δρόμων οι λόγοι του Χόγκρε και των ποιητών. Ωραίοι, ερωτικοί λόγοι, πλασμένοι με λέξεις, όπως φωτογραφίες, χέρια, αγάπη, γεφύρια, πλημμυρίδες. Αργά το βράδυ σηκώνονται πάντα ο Φελίξ, ο Χόγκρε και ο ποιητής και ήμερα αναδύονται μέσα από το παλιό κάστρο και τα νερά, κυνηγημένοι μες στους αιώνες.

Η καλλιτεχνική δημιουργία, όταν βασίζεται στην ατομική και αδιαφιλονίκητη αλήθεια, δεν υπόκειται στην οριζόντια έκταση του χρόνου, όπως η επιστήμη. Μιλούμε για μια κάθετη, μεταφυσική κατεύθυνση, μια ενδοσκόπηση στ΄ανθρώπινα και τα ψυχικά. Τα χρώματα μιας τέτοιας δημιουργίας, δεν ανήκουν στις σκοτωμένες χροιές της μνήμης, αλλά στη ζωντανή και παλλόμενη αίσθηση, στο ζωηρό αίμα και την ουσία τη ζωντανή που ανθεκτική φύεται μες στα σώματα. Οι πρακτικές του συμβολισμού εγκαταλείπονται και απρόσκοπτος ξεχωρίζει ένας λυρικός ρεαλισμός. Πάει να πει, παρατηρείται μια ανταπόκριση λαμπρή της εποχής και των δυσχερειών της. Δεν πρόκειται για μια ανάπλαση της πραγματικότητας, ιδωμένη μέσα από την ψυχή του ποιητή, αλλά για μια καταγγελτική ποίηση που καλείται να αρνηθεί ολοκληρωτικά τον στέρεο και εφιαλτικό ετούτο κόσμο, προτείνοντας μια ιδεολογία, ικανή να ζωντανέψει την αποκαμωμένη στιγμή του χρόνου, να καταστήσει ορμητικότερη την πράξη και την ιδεολογία της εποχής μας.

Ένας άντρας κιθαρωδός, με το φανάρι στα μάτια τραγουδά μια παλιά άνοιξη. Έχει το χρώμα του μπρούτζου εκείνος ο άνδρας. Εκείνος ο άνδρας έχει ακίνητα τα μάτια, ορθάνοιχτο ψαλίδι το στόμα του, χέρια κλωνάρια και τ΄απελπισμένο βλέμμα. Γιατί είδε τις εποχές όταν σηκώνονταν από το χώμα, είδε τις επαναστάσεις και τη φλεγόμενη Βαστίλη. Ανθρώπους είδε που είχαν ονόματα ενδόξων πλοίων και ήταν εξαντλημένοι, υπόλευκοι από την πείνα και το πείσμα. Ο άνδρας κιθαρωδός ανάμεσα στις όμορφες γυναίκες και τους βιαστικούς οδοιπόρους των πόλεων. Εκείνος ο άνδρας είναι η όψη σου μες στο τυφλό σημείο του καθρέφτη. Ο κόσμος καθρέφτης και ο κιθαρωδός με την ακινησία των αγγέλων και την αιωνιότητα στο βλέμμα. Τα ιδανικά συστατικά των οραμάτων και των επαναστάσεων.

Η ιστορία συνιστά τη μνήμη μιας κατάφασης. Οι ποιητές και οι χιμαιρικοί αναχωρούν από τις ιστορικές κορυφές της ανθρωποσύνης, ελπίζοντας σε μια επανάληψη και σε μια αναπαραγωγή εκείνων των προτύπων που είναι πια μύθος, μες στο μεγαλείο και την προσφορά τους. Η τέχνη εμπεριέχει το ποιητικό δρώμενο, διακριτή και άρρυθμη, υποκειμενική μα με μια ίδια ψυχολογία, ολότελα όμοια και απαράλλαχτη. Οι ποιητές με την αδέξια μιλιά τους , σαν προφήτες και μάρτυρες της εποχής τους, άγιοι κυμαίνονται ανάμεσα στην πίκρα και το όραμα. Αποτυπώνουν τον καιρό μες στο κρύο που φθάνει, ονειρεύονται τις θύελλες που γοητεύουν τις θάλασσες και επιζούν ώσπου να εξαντληθεί, σαν χώμα η κραυγή τους.

Ο αιώνας μας είναι ένα παιδί εμπρός στα βιβλία, τόνισε ο αγάς DuBoss. Ο Χόγκρε βάλθηκε να κλαίει, με όλη τη δύναμή του, κατεδαφισμένος και αιώνιος ο Χόγκρε στέλνει στο διάβολο τον αιώνα και τα βιβλία. Κρατεί μονάχα τα λουλούδια, το ασκί της ελπίδας, περνά τις νύχτες πάνω στις αιώνιες σκάλες, κοιτώντας με σύνεση και νοσταλγία τα ξεφτισμένα σπλάχνα του κόσμου και τις μεγαλουπόλεις με τις μαρκίζες, τις επιγραφές. Ο Χόγκρε και ο ποιητής αποτελούν δυο πόλους οσφραντικούς της εποχής μας. Οι ληγμένες εποχές από τη μια και η μυρωδιά του πρωινού καλοκαιριού, θυμάρι και τα μάτια του ήλιου γύρω απ΄τα οδοφράγματα. Τα χρόνια ελπίδες.

Τα ποιήματα διαθέτουν πάντα έναν ρυθμό εσωτερικό. Ένα πάθος εντόπιο να καθρεφτίζεται στους στίχους και τ΄αποφθεγματα. Τα ποιήματα, αν θέλουν να λέγονται αληθινά τίποτε δεν ζητούν, μήτε διεκδικούν τη μετριότητα ή το μεγαλείο. Μόνο συντηρούν στο έπακρο την έντασή τους, γερνούν θυμίζοντας πάντα την πρώτη νιότη. Τέτοια ποιήματα δεν μπορούν ποτέ να λησμονηθούν. Μόνον υποδεικνύουν μια πρόταση, ένα καταφύγιο με λιγότερο σκοτάδι, μια αποχρώσα συχνότητα, μακρινή και ξένη προς την εποχή και τις ξεφτισμένες αξίες.

Ο Χόγκρε έκλαψε πικρά. Προτού γίνει ένα με τα πουλιά της χαράδρας θυμήθηκε τον Ανδριανό και την πυρετική, τη δειλινή ηδύτητα μιας άλλης Αντιόχειας. Στάθηκε λαμπρός με το αμπέχονο τύπου τρόπικαλ βιετνάμ και εκφώνησε το λόγο. Είπε, πως οι μητροπόλεις του μέλλοντος θα ξαναζωντανέψουν στη Ρώμη, την Καρχηδόνα και αλλού. Είπε, πάνω στα φυσικά κορμιά των εθνών και των φυλών, πάνω στα περαστικά της γεωγραφίας και της ιστορίας τις σκουριές, στις σκόρπιες απαιτήσεις θεών και προγόνων εμείς θα έχουμε αποθέσει, δίχως να καταστρέψουμε τίποτε, τη σφραγίδα μιας ενότητας, τον εμπειρισμό μιας σοφής εμπειρίας.

Ο Πάμπος Φιλίππου θα συστηθεί μόνον σ΄εκείνους που γυρεύουν τα μεγάλα και τα οραματικά. Δεν είναι εύκολος ποιητής και δεν θ΄ανήκει ποτέ στην εποχή του. Η ποιητική του συλλογή, δεν θα μπορούσε να σταθεί «Πιο αριστερά της καρδιάς.» Ο Φιλίππου από την κατεχόμενη Κύπρο είναι ποιητής ακριβός, απ΄εκείνους που αποδιώχνουν οι εποχές μας. Ετούτους τους δημιουργούς συντηρεί πάντα η πεποίθηση πως η δικαιοσύνη δεν είναι μια χαρωπή αποφασιστικότητα. Είναι μια μελαγχολία. Ο Πάμπος Φιλίππου είναι ένα τοπίο ψυχολογικό και ιδεολογικό, ανθεκτικό σαν νησί.

Ο Χόγκρε δακρυσμένος αγκάλιασε τον ποιητή. «Αν κάποτε δω να χάνεις τα βήματά σου και τις λέξεις που θέλεις να πεις να μην τις βρίσκεις, τότε εμείς θα διαβάσουμε δυνατά τους στίχους και θα υποδείξουμε τα καταφύγια που ίδρυσες στις πόλεις μας.»