«ΔΩΡΙΚΟ»

 

δωρικοτητα 24γραμματα

 

24grammata.com/ ιστορία της Λογοτεχνίας

 

γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

 

Το Φεστιβάλ Αθηνών συνιστά πια ένα πολυαναμενόμενο,καλλιτεχνικό γεγονός για τη χώρα. Στη λαϊκή συνείδηση έχει πια αποκατασταθεί πλήρως η θαυμαστική στάση εμπρός στο αρχαίο δράμα, όπως διασώθηκε, μελετήθηκε και αναπαράχθηκε, καθιστώντας καίρια την επισήμανσή του σε επίπεδο ανθρώπινης ψυχολογίας. Ετησίως σκηνοθέτες από όλα τα μέρη του κόσμου, συρρέουν στα επιδαύρεια μνημεία, προκειμένου να καταθέσουν την προσωπική τους αντίληψη περί δράματος, κλονίζοντας άλλοτε τις τεχνικές ισορροπίες του είδους, είτε πάλι επιφέροντας αισθητικές καινοτομίες, ίσως όχι πάντα επιτυχημένες, όμως ικανές να ανανεώνουν το αρχαίο υλικό. Κάθε παράσταση συγκροτείται με βάση επίκαιρα ζητήματα, επιβεβαιώνοντας την προσαρμοστικότητα των αρχαίων μύθων και την, κοινωνικής και πολιτικής φύσεως, διδακτική τους αξία. Ο χώρος της Επιδαύρου υποδέχεται τους σύγχρονους μύστες μιας παράδοσης ισχυρότερης ακόμη και από εκείνη του λαοφιλούς, δημώδους υλικού. Άλλωστε, εξειδικευμένοι μελετητές μπορούν να ανιχνεύσουν την επιρροή της αρχαίας μυθολογίας, ένα μοναδικό δηλαδή είδος φυσικής συνέχειας και συνέπειας, ως προς τη θεώρηση της ανθρώπινης ψυχής και των αβύσσων που τη συγκροτούν. Ακόμη και αν το μοντέρνο θέατρο περιφρονεί τη μεταφυσική, εντούτοις η τελευταία παραμένει ακμαία μες στο σώμα των θεατρικών έργων. Ανασύροντας τις επισημάνσεις του Αλέξη Μινωτή για την ελληνική δραματουργία, επισημαίνουμε τη μεταβολή του ενδιαφέροντος προς ένα περισσότερο κινητικό θέατρο, με σαφή αποστασιοποίηση από το κείμενο και τις εντάσεις του. Ετούτη η αποσύνδεση του ατόμου από τη θρησκευτικότητα, ως συνέπεια μιας εποχής προσηλωμένης στον θετικισμό, κλόνισε τη συνέχεια της αρχαίας τραγωδίας, δίχως όμως να μπορεί να επιφέρει μια αλλαγή αποφασιστικότερη από τη μνημειακή κατοχύρωση της σχετικής εργογραφίας. Τα βασικά γνωρίσματα της θεατρικής τέχνης, όπως διεσώθη μες στα κείμενα των Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη, διατηρούν την υψηλή τους σημασία, αποτελώντας πια μια αναπόδραστη πραγματικότητα, ένα σαφές υλικό από το οποίο δεν είναι δυνατόν να απομακρυνθούν ολότελα οι νέοι δημιουργοί. Η τόνωση του δράματος με την επιλογή λαμπερών προσώπων από τις δεξαμενές του θεάματος συνιστά ίσως μια ένδειξη προοδευτικότητας, δίχως όμως να μπορεί να επηρεάσει τη διδασκαλία των θεατρικών στοιχείων ή την ατμόσφαιρα και την ιδιοφυΐα των κειμένων. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε τη θρυλική φράση του Reyes, σχετικά με τη μεξικανική λογοτεχνία και την αποδοχή ορισμένων μεγεθών, ως κλασσικών εν γένει.

 

Το αρχαίο δράμα στηρίζει τη δομή του στη συνεπή αναπαραγωγή ορισμένων θεμελιωδών χαρακτηριστικών. Πάει να πει πως παραμένει πρωταρχικός σκοπός η βίωση της εσωτερικής αλήθειας των ηρώων, η υποστήριξη ενός τέτοιου σκοπού από μια γραμμική ακολουθία ενεργειών, η σημασία της λεπτομέρειας, η συγκινησιακή μνήμη, βασικός παράγοντας διέγερσης της ανθρώπινης ευαισθησίας, η συλλογικότητα του μύθου, καθώς και η πλαστικότητά του. Η δυνατότητα δηλαδή να προσαρμόζεται η μηνυματική του σε επικαιροποιημένες ανάγκες ή σύγχρονα πλαίσια, τροφοδοτούμενα από την κοινωνική ή πολιτική δυναμική των εκάστοτε καιρών. Πέρα όμως από τα παραπάνω, πέρα ακόμη και από την υποκειμενικότητα του δράματος, η οποία μεταμορφώνεται σε μια γενίκευση ηθικού προβληματισμού, το αρχαίο δράμα συντηρείται από στοιχεία τεχνικά, εκφραζόμενα μέσω της ανθρώπινης ψυχολογίας. Με τούτο τον τρόπο αναδύεται και φωτίζεται σε όλη του την ένταση ο κλονισμός, η έντρομη αφύπνιση, καθώς τρέμοντες μαρτυρούμε, επισημαίνει και πάλι ο Μινωτής, το εξωλογικό, ηδονολατρικό πάθος της αυτοκαταστροφής.

 

Η αρχαία, ελληνική τραγωδία, παρουσιάζει όμως και ορισμένα χαρακτηριστικά, μες στη σύσταση των οποίων συναντούνται η εικαστική αναπαράσταση αλλά και μια ανθρωπολογική, υφολογική ειδίκευση. Μιλούμε για το δωρικό μίσος με το οποίο οι κεντρικοί ήρωες επιβιώνουν, μια προβολή δηλαδή της ψυχικής έντασης μες στην οποία εξελίσσονται ως ανθρωπογραφίες. Ετούτο το μίσος θα αποτελέσει τη φυσική συνέπεια των προσώπων, τόσο απέναντι στη μοίρα, όσο και εμπρός στη ρεαλιστική προσέγγιση της πραγματικότητας. Μια κατάστασης τροφοδοτούμενης από αίμα, ακαθαρσίες ετοιμοθανάτων ή δάκρυα, στοιχεία που ακυρώνουν σταδιακά την απλή εκλέπτυνση του δράματος, προκειμένου να λάμψει στο φυσικό του μέγεθος η διαμορφωμένη ανθρωπιά. Η περίπτωση του ανθρώπινου δράματος εξεικονίζει με σαφή τρόπο, καθώς προτείνει ο Στέφαν Σπένσερ, τις βασικές αλήθειες κάτω από το φως των οποίων καθίσταται το αίσθημα, όχι μόνο αντιληπτό, αλλά και βιώσιμο. Δεν πρόκειται για έναν συναισθηματικό κώδικα, αλλά για μια φυσική συνέπεια της ανθρώπινης ιστορίας, όλων των ανθρωπογεωγραφιών οι οποίες μπορούν να εμπεριέχονται μες στα πρόσωπα.Πρόκειται ακόμη και για τη νοσταλγία της βαρβαρότητας, τον τρόμο και την απειλητική του παρουσία, στοιχεία τα οποία συνιστούν και επιβεβαιώνουν την κατακλείδα κάθε πολιτισμού και κάθε ανθρώπου.Με το ίδιο δωρικό μίσος η Κλυταιμνήστρα θα δολοφονήσει τον Αγαμέμνονα, με τούτο το ίδιο φορτίο ο Αχιλλέας θα εκδικηθεί τον ατιμωτικό θάνατο του εγκάρδιου φίλου του, ετούτο το ίδιο μαιναδικό μένος θα φορτίσει την Ιφιγένεια, για να απελευθερώσει τελικά την αβάσταχτη μοίρα του Ορέστη. Η δωρικότητα των συναισθημάτων κυριαρχεί μες στο αρχαίο δράμα, είτε ως αυτοσυγκράτηση, είτε ως μια απελπιστική επιλογή, ικανή να προκαλέσει την πτώση των ηρώων και ενίοτε το έλεος των θεών. Στη φωνή, στην κίνηση, στην εικαστική πρόταση διαφαίνεται η αποδοχή και ο σεβασμός ετούτης της ελληνικής δωρικότητας. Υποστηρικτικά του κειμένου, όλα ετούτα τα στοιχεία συντηρούν και επιτείνουν τη μετάδοση του μίσους, ως βασικού συναισθήματος. Ενός φαινομένου, δηλαδή αισθητικού, το οποίο βασίζεται στην ανακάλυψη της έξαψης που επίκειται και τελικά συντελείται στα πλαίσια της τραγικής κάθαρσης.

 

Δεν θα μπορούσε κανείς να μερέψει τον πρωτόγονο φθόνο της Μήδειας, ο οποίος τόσο τραγικός στάθηκε για τη ζωή της ίδιας και των παιδιών της. Μήτε μπορεί κανείς να παρηγορήσει τον Οιδίποδα για το θλιβερό του τέλος και το μίσος που μετέβαλε οριστικά το θείο φόβο του. Η αισθητική του μίσους, με την ένταση και την ταραχή που συνεπάγεται δεν μπορεί παρά να εντάσσεται μες στο μύθο, ως μια κατάσταση δηλαδή που αποβλέπει στην επιθυμία και την πλήρωσή της. Η επιδίωξη της εξισορρόπησης ανάμεσα στο κοχλαστικό του πάθους και το ήμερο της συνείδησης συνιστά τον καίριο σκοπό της αρχαίας δραματουργίας. Ένα είδος σοφίας λοιπόν, είναι τούτο για το οποίο μιλούμε. Η αισθητική του μίσους αποτελεί τον πρώτο συντελεστή. Η ανθρώπινη σοφία και η ωριμότητα της τραγικής, ανθρώπινης ύπαρξης στέκει σπουδαιότερη, μα εξίσου δωρική. Η διαχρονική ετούτη ωριμότητα είναι εκείνη που τελικά ανανεώνει το μύθο και οδηγεί στην εικαστική κορύφωση τη γαιώδη ποιητική της αρχαίας δραματουργίας.