Μια άποψη πάνω στο έργο «Ηφαίστειο» του Π. Πρεβελάκη

πρεβελάκης 24γραμματαjpg24grammata.com /θέατρο

ΠΑΛΙΑ «ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ»
Μια άποψη πάνω στο έργο «Ηφαίστειο» του Π. Πρεβελάκη (ακολουθεί βιογραφικό και εργογραφία)

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Η μονή Αρκαδίου της Κρήτης μετρά ήδη μισή χιλιετία. Η σημερινή της όψη διατηρεί στο ακέραιο την αρχική της αρχιτεκτονική. Χτισμένη στα ορεινά του Ρεθύμνου συνιστά ένα ιστορικό σύμβολο. Η σημασία της κατοχυρώνεται και αναδεικνύεται, τόσο εξαιτίας της ανακήρυξης της ως παγκόσμιο μνημείο όσο και εξαιτίας της κυρίαρχης θέσης την οποία κατέχει μες στην ελληνική ιστορία.
Ιδρυθείσα τις πρώτες δεκαετίες του16ου αιώνα η μονή Αρκαδίου υψώνεται στα βορειοδυτικά του αστικού κέντρου ως υπόμνηση της εθνικής ιστορίας. Τα συγκλονιστικά γεγονότα του 1866 κατοχυρώνουν τον εθνικό χαρακτήρα του μοναστηριού. Η ανάφλεξη της πυριδαταποθήκης και ο θάνατος 996 ψυχών στις 8 Νοεμβρίου του 1866 παραμένει μια συγκλονιστική στιγμή του ελληνισμού της Κρήτης. Η σθεναρή αντίσταση των Κρητών στην τρομερή, τουρκική πολιορκία, η αυταπάρνηση των Ελλήνων αγωνιστών και η πίστη τους στα ιδανικά της φυλής συντηρούν και μεγεθύνουν το μυθικό συμβολισμό της μονής Αρκαδίου. Πρόσωπα όπως ο ηγούμενος Γαβριήλ, ο φρούραρχος Δημακόπουλος, ο Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης συνιστούν σηματοδοτήσεις του ψυχικού σθένους με το οποίο πλάθεται ο μύθος της μονής. Η επιστημονική καταγραφή δεν ήταν δυνατόν να διασώσει στο ακέραιο τα ονόματα όλων όσων διαμόρφωσαν με τις πράξεις τους την εθνική σημασία ενός ιερού πλέον τόπου. Μοναδική ένδειξη των γεγονότων εκείνης της περιόδου αποτελούν τα πολεμικά ίχνη στο κυπαρίσσι του περιβόλου καθώς και οι γκρεμισμένες πτέρυγες, οι οποίες παραμένουν στην ίδια κατάσταση μαρτυρώντας τα φοβερά γεγονότα και τον ασύλληπτο ηρωισμό των έγκλειστων. Οι θηριωδίες του τουρκικού, κατοχικού στοιχείου δεν επέτρεπαν την παραμικρή αισιοδοξία για την αναίμακτη έκβαση της πολιορκίας. Εμπρός στο φάσμα της ανελευθερίας οι πολιορκημένοι του Αρκαδίου επιλέγουν συνειδητά την οδό της θυσίας, αγγίζοντας ένα ψυχολογικό όριο που δεν θα μπορούσε ποτέ να εκφραστεί μ΄άλλον τρόπο από την μια κατοχύρωση εθνικού χαρακτήρα.Η ιστορική μνήμη, αδύναμη σ΄ορισμένες περιπτώσεις να εκτιμήσει στο μέγεθός του ένα γεγονός κομβικής σημασίας θα υποκληθεί εμπρός στην τραγική μοίρα των πεσόντων του Αρκαδίου. Η δυτική Ευρώπη των διπλωματών κλονίζεται και μεταβάλει οριστικά τη σπουδή της πάνω στο ζήτημα της ελληνικής αυτοδιάθεσης. Οι 996 ψυχές, οι γυναίκες και τα παιδιά, όσοι διέφυγαν δίχως να συλληφθούν πολεμώντας αδιάκοπα τον εχθρό, θα υποδείξουν στην Ευρώπη της στείρας κριτικής θεώρησης την απαραίτητη αφορμή προκειμένου να εκτιμηθεί σε βάθος η πολυετής, ελληνική υποδούλωση.
Τα γεγονότα της μονής δημιουργούν το πρότυπο ενός ανθρώπου σχεδόν αρχαϊκού, με την έννοια που υποδηλώνει κανείς μια αφετηρία στην παραδοσιακή, εντόπια, ιστορική εξέλιξη. Η επίκαιρη πολιτική της πολυπολιτισμικότητας αλλά και η αναγκαιότητα της ειρηνικής συνύπαρξης ανάμεσα στους δύο λαούς της αιγαιακής θάλασσας επιβάλει μια περισσότερο επιλεκτική μνήμη. Η μονή Αρκαδίου εντάσσεται σ΄εκείνα τα φωτεινά σημεία που δεν συζητιόνται, παρά επιζούν μυθοποιημένα. Με τους νεκρούς και τη συμβολική τους σημασία.
Η αυτανάφλεξη των πολιορκημένων ρεαλιστικοποιεί όσο λίγες ιστορικές στιγμές το βαθμό της μαρτυρικής, σχεδόν προσήλωσης στην έννοια και την πραγματικότητα της ελευθερίας. Το μέγεθος της θυσίας δεν επιτρέπει οποιαδήποτε παραγραφή ή άμβλυνση της σπουδαιότητας του γεγονότος. Αυτό το ζωντανό και το αιώνιο πάθος συνοψίζεται στην επιλογή του θανάτου ως μοναδικής διεξόδου στην προοπτική της υποδούλωσης. Στην περίπτωση λοιπόν της μονής Αρκαδίου δεν έχουμε να κάνουμε με μια θολή, ιστορική μνήμη, αλλά μ΄ένα γεγονός, απ΄εκείνα που θέτουν τις βάσεις για μια εθνική παράδοση και μνήμη. Γεγονότα όπως αυτό του 1866 αποκτούν με την πάροδο του χρόνου μια σημασία σχεδόν μεταφυσική. Θεσπίζοντα ως ουσιώδη συνιστώσα της παράδοσης, η οποία εδώ ξεπερνά κάθε καλλιτεχνική ή άλλη προσδοκία. Αυτές οι αρχαίες, πια ψυχές που επιλέγουν το θάνατο απέναντι στις θηριωδίες του οθωμανικού ζυγού επιβεβαιώνουν ένα γεγονός που υπερβαίνει την απλή, ιστορική σημασία και εκτείνεται σ΄εκείνους τους χώρους όπου σφυρηλατείται και ενδυναμώνεται η εθνική ταυτότητα. Οι αλυσοδεμένοι του Αρκαδίου προσωποποιούν τη δυναμική εκείνων των στιγμών που οι αλυσίδες συντρίβονται. Ο πρόσφατα χαμένος Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες επισημαίνει πως κανείς πεθαίνει, όχι όταν πρέπει μα όταν μπορεί. Οι Κρήτες του Αρκαδίου περνούν στην αιωνιότητα επειδή ο θάνατός τους συνιστά μια ύστατη πράξη ελευθερίας, μια ευκαιρία που εκπληρώνεται μες στο χρόνο. Οι ψυχές τους χύνονται μες στους αντίθετους ανέμους, φθείρονται για μια και μόνο στιγμή μες στ΄αντίξοα ρεύματα, προβαίνοντας σε μια δήλωση, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ την απλή, αναμνηστική αξία. Αυτή τους η ενέργεια φανερώνει μια αιώνια ευφροσύνη, ένα υλικό κορυφαίο, το οποίο ερμηνεύει στην πράξη ο πίνακας του Ιταλού ζωγράφου Γκαττέρι. Ο πίνακας ο οποίος ως πρόσφατα αποδιδόταν σε ανώνυμο δημιουργό αποτελεί μία από τις ελάχιστες, καλλιτεχνικές αναγωγές των γεγονότων του Αρκαδίου. Τα αγωνιώδη πρόσωπα των πολιορκημένων, το πλήθος που σε λίγο πρόκειται να θρέψει τον ιστορικό μύθο με τη συγκλονιστική του πράξη συνοψίζουν την ευρωπαϊκή πρόσληψη του γεγονότος και επιβεβαιώνουν τη σημασία που αυτό έλαβε για τη διεθνή γνώμη της εποχής.
Κυριευμένο απ΄την ίδια αίσθηση ηρωισμού το έργο του Παντελή Πρεβελάκη εκφράζει μέσω του θεατρικού σχήματος το πάθος, την πίστη και τη βαθύτατη προσήλωση του ελληνικού στοιχείου στη διατήρηση της ελευθερίας και την προστασία εκείνων των αξιών που συνθέτουν την ουσία της εθνικής ταυτότητας. Ο δημιουργός, ήδη από τον πρόλογό του καθιστά σαφή τη σημασία της ιστορικής μνήμης. Αυτή στέκει το αδιαμφισβήτητο υλικό του. Σ΄αυτήν τη μνήμη που παραδίδεται από γενιά σε γενιά ο Πρεβελάκης αναγνωρίζει το μεγαλείο της πατρίδας και των ανθρώπων της. Η αμυθοποίητη, ελληνική ιστορία με τις περιφρονημένες περιόδους της αλλά και η απόσταση των σύγχρονων κοινωνιών από γεγονότα ορόσημα της φυλής τον οδηγούν στη σύνθεση του «Ηφαιστείου.» Έτσι τιτλοφορεί το θεατρικό του έργο ο Πρεβελάκης, αποδίδοντας στην ιστορία το συμβολικό εκείνο χαρακτήρα που ξεπερνά την ιστορική αξία για να περιβάλλει πια με το αίσθημα και το ειδικό, ψυχολογικό βάρος μία από τις πιο επώδυνες στιγμές της κρητικής ιστορίας. Η σχέση του Πρεβελάκη με τα γεγονότα του Αρκαδίου υφίσταται καταρχάς βιωματική. Ακόμη και αν ο δημιουργός δεν βρίσκεται στη ζωή όταν το Αρκάδι ανατινάζεται, εντούτοις η αίσθηση και το μεγαλείο της αυτοθυσίας δεν χάνει την ένταση και το μεγαλειώδη χαρακτήρα της. Και είναι ίσως ακριβώς σε τούτα τα δυο στοιχεία που ο Παντελής Πρεβελάκης στηρίζει την καταγραφή της ανθρώπινης οδύνης, αποδίδοντάς της το κύρος και την ανθρωπολογική εκείνη διάσταση που μπορεί και διασώζει την ιστορική μνήμη μ΄αμείωτο το πάθος και τη δυναμική της. Τα γεγονότα του «Ηφαιστείου» εξελίσσονται λίγες μέρες προτού σημειωθεί η έκρηξη της αποθήκης των πυρομαχικών. Οι προσωπογραφίες του Πρεβελάκη αντλούν τα χαρακτηριστικά τους από την καταγεγραμμένη, ιστορική αλήθεια. Στο εσωτερικό της μονής δρουν όλες εκείνες οι μορφές που καθιερώνονται ως ηρωικές και υπεράνθρωπες στα μάτια του σύγχρονου ερευνητή. Η ντόπια λαλιά του συγγραφέα, το ύφος του που παραμένει σε μια σαφή σχέση εντοπιότητας, η πανηγυρική αίσθηση που διακατέχει κλιμακωτά την πλοκή του έργου επιβεβαιώνουν και μεταφέρουν στον αναγνώστη την πιο καίρια αίσθηση. Η ιστορική καταγραφή αποτελεί για τον Παντελή Πρεβελάκη το δομικό υλικό του έργου. Όμως καθώς αυτό διαμορφώνεται το Αρκάδι αυτονομείται μες στη συνείδηση του κόσμου για να ενσαρκώσει στον απόλυτο πια βαθμό το λαϊκό αίσθημα. Αυτό που απομένει στο περιθώριο του μύθου και τρέφεται από την τραγικότητά του.
Η μονή του Αρκαδίου, οι γυναίκες του Σουλίου, οι ελεύθεροι πολιορκημένοι, με τον αντιφατικό, περιφραστικό τίτλο του Δ. Σολωμού, οι σκοτωμένοι μαθητές της κατοχικής περιόδου που σήμερα ονοματοδοτούν τους δρόμους των αστικών κέντρων εκφράζουν στο μέτρο πάντα της σημασίας τους αυτήν την αίσθηση που αργά ή γρήγορα γίνεται παράδοση, ξεπερνώντας τις μονομέρειες του χρόνου και της λήθης. Μ΄αυτήν ακριβώς την αίσθηση μας αφήνει ο Πρεβελάκης όταν η Δόξα, –μια επινόηση με σαφή σολωμική καταγωγή- έρχεται να ολοκληρώσει το μεγαλείο της αυτοθυσίας των ψυχών του Αρκαδίου. Ο ίδιος κινείται στα όρια του ρομαντισμού, θα πουν πολλοί απ΄τους σημερινούς κριτικούς ενός θεάτρου περισσότερου ρεαλιστικού. Όμως ο δημιουργός δεν χάνει τη σχέση με την πραγματικότητα. Τα σύμβολα που επιστρατεύει και προσωποποιεί διαμορφώνονται μέσα από τον γλαφυρό ρεαλισμό των τελευταίων εκείνων στιγμών στο Αρκάδι του 1866. Αυτόν τον ρεαλισμό συμπληρώνει, συνεπή πάντα στην ένταση και το μέγεθος των στιγμών. Η απόδοση ανθρώπινων χαρακτηριστικών σε ιδέες όπως η Δόξα ή η Ελευθερία, η πνευματικότητα των γεγονότων και η μεταφυσική διάσταση των μορφών του αγώνα, έρχονται να εξυψώσουν μια θεματολογία και ένα γεγονός προορισμένο απ΄τη φύση του να αποκτήσει διαστάσεις μεγαλειώδεις, εθνικές, ανθρώπινες. Το «Ηφαίστειο» του Πρεβελάκη τραγουδά τ΄ανθρώπινο δράμα και τη σημασία του που δεν εξαντλείται όταν περιβάλλεται από παλμό ανθρώπινο. Αυτό τ΄ανίκητο στοιχείο που δεν κάμπεται ακόμη και όταν η ιστορική μνήμη καθίσταται θύμα κάθε αυτόκλητης, πολιτικής καπηλείας ή ακρότητας.

 

 
Πρεβελάκης, Παντελής, 1909-1986

Παντελής Πρεβελάκης (1909 – 1986). Ο Παντελής Πρεβελάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο, δεύτερος γιος του Γεωργίου Πρεβελάκη και της Ειρήνης το γένος Φραγκιαδάκη. Στο Ρέθυμνο πέρασε τα σχολικά του χρόνια και σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων εξέδωσε μαζί με τον Γ.Ανδρουλιδάκη το λογοτεχνικό περιοδικό Αθηνά, που κυκλοφόρησε για ένα χρόνο. Το 1926 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην Αθήνα γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη με τον οποίο συνδέθηκε με μακρόχρονη φιλία. Δυο χρόνια μετά την έναρξη των σπουδών του πήρε μετεγγραφή στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου και το 1930 έφυγε για περαιτέρω σπουδές στο Παρίσι. Εκεί έμεινε για δυο χρόνια και παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Γραμμάτων της Σορβόννης και στο Ινστιτούτο Τέχνης και Αρχαιολογίας, από όπου αποφοίτησε το 1933. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στην έδρα της Ιστορίας Τέχνης, χωρίς ποτέ να μονιμοποιηθεί λόγω της πολιτικής του ιδεολογίας υπέρ του Βενιζέλου. Το 1937 διορίστηκε στη Διεύθυνση Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας, και παρά το εχθρικό κλίμα του μεταξικού καθεστώτος δραστηριοποιήθηκε έντονα, κυρίως στον τομέα Καλών Τεχνών. Το 1939 διορίστηκε καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών και από το 1938 δίδασκε στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Μετά τη κήρυξη του πολέμου από τους ιταλούς έκανε αίτηση να καταταγεί εθελοντής και όταν δεν έγινε δεκτή στράφηκε προς τον αγώνα για τη διαφύλαξη και διάσωση των έργων της Εθνικής Πινακοθήκης και του Εθνολογικού Μουσείου. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής απουσίασε από την εκδοτική δραστηριότητα και παύτηκε από τις εργασίες του. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο και ταξίδεψε σε πολλές χώρες. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου αρνήθηκε να διοριστεί στη Μέση Εκπαίδευση και να τιμηθεί από τη χούντα, κυκλοφόρησε μυστικά την Αντίστροφη Μέτρηση και εκτός εμπορίου τον Νέο Ερωτόκριτο και συμμετείχε στην ίδρυση της Εταιρείας Σπουδών της Σχολής Μωραΐτη. Μετά τη Μεταπολίτευση τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (1977) και αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ των Φιλοσοφικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Πέθανε στο σπίτι του στην Εκάλη από καρδιά σε ηλικία 77 ετών. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1928 με το μονόπρακτο θεατρικό έργο Ο μίμος και το μακροσκελές ποίημα Στρατιώτες εμπνευσμένο από τη Μικρασιατική καταστροφή. Το 1938 εξέδωσε το Χρονικό μιας Πολιτείας με το οποίο καθιερώθηκε στο χώρο της πεζογραφίας της γενιάς του Τριάντα. Στο έργο του Πρεβελάκη, ποιητικό και πεζογραφικό κυριαρχεί η εμπλοκή ιστορικής και λογοτεχνικής πραγματικότητας, η εμμονή σε μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου. Στην πορεία της συγγραφικής του δραστηριότητας, η οποία κάλυψε τριανταέξι χρόνια από τη ζωή του, πέρασε από την έκφραση των μεγάλων οραμάτων της ελευθερίας σε μια εσωτερικότερη γραφή, πάντα όμως σε στενή σχέση με τον αφετηριακό προσανατολισμό του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Παντελή Πρεβελάκη βλ. Αλεξίου Στυλιανός, «Πρεβελάκης Παντελής», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Γιαλουράκης Μανώλης, «Πρεβελάκης Παντελής», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Παρίσης Νικήτας, «Παντελής Πρεβελάκης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Ζ΄ , σ.338-371. Αθήνα, Σοκόλης, 1993.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2010) Ανθολογία από το έργο του Παντελή Πρεβελάκη, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη
(2006) Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Κάκτος
(1999) Η κεφαλή της μέδουσας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1999) Το χρονικό μιας πολιτείας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1998) Ο άγγελος στο πηγάδι, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1998) Ο ήλιος του θανάτου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1995) Ο Κρητικός , Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1995) Ο Κρητικός , Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1995) Ο Κρητικός, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1995) Παντέρμη Κρήτη, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1993) Ο άρτος των αγγέλων, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1992) Ο θάνατος του Μέδικου, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
(1992) Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1990) Άγγελος Σικελιανός, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
(1985) Δείχτες πορείας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1983) Τα χέρια του ζωντανού Θεού, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1982) Η αντίστροφη μέτρηση, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1981) Μοναξιά, Εκδόσεις των Φίλων
(1981) Το ηφαίστειο, Εκδόσεις των Φίλων
(1974) Δύο κρητικά δράματα, Εκδόσεις των Φίλων
(1971) Ο άγγελος στο πηγάδι, Εκδόσεις των Φίλων
(1971) Το χέρι του σκοτωμένου, Εκδόσεις των Φίλων
(1969) Τα ποιήματα, Εκδόσεις των Φίλων
Το ιερό σφαγίο, Βιβλιοπωλείον της Εστίας

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Κύπρος: νησί του πάθους και των μαρτυρίων, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
(2011) Εισαγωγή στο έργο του Καζαντζάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
(2009) Εισαγωγή στην ποίηση του Ρίτσου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
(2007) Νίκος Καζαντζάκης, Ελευθεροτυπία
(2000) Προσφορά στον Άγγελο Τερζάκη, Ευθύνη
(1995) Κότινος στον Άγγελο Σικελιανό, Ευθύνη
(1993) Θεώρηση του Νίκου Καζαντζάκη, Ευθύνη
(1993) Το Εικοσιένα, Ευθύνη
(1991) Κούλας Πράτσικα έργα και ημέρες, Ευθύνη
(1984) Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, Εκδόσεις Καζαντζάκη
(1982) Έκφραση τιμής στον Κωνσταντίνο Τσάτσο, Ευθύνη
(1981) Μελετήματα για τον Ε. Π. Παπανούτσο, Ευθύνη
(1979) Χαιρετισμός στον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο, Ευθύνη
Ξενάγηση στη Μαρία Π. Ράλλη, Ευθύνη

Μεταφράσεις
(2010) Reinach, Salomon, Ιστορία της τέχνης, Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε.
(2005) Καζαντζάκης, Νίκος, 1883-1957, Ο βραχόκηπος, Εκδόσεις Καζαντζάκη
(1980) Montherlant, Henry de, Ο καρδινάλιος της Ισπανίας, Σχολή Μωραΐτη. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας
(1977) Benavente, Jacinto, 1866-1954, Τα δημιουργημένα συμφέροντα, Σχολή Μωραΐτη. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας
(1973) Η νεκρή βασίλισσα, Σχολή Μωραΐτη. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας
Reinach, Salomon, Γενική ιστορία της τέχνης, Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε.
Ευριπίδης, 480-406 π.Χ., Μήδεια, Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε.

Λοιποί τίτλοι
(1993) Schlumberger, Gustav, Βυζαντινές ιστορίες, Αστήρ [διασκευή] (1972) Μουσαφιραίοι στο Στεπαντσίκοβο, Σχολή Μωραΐτη. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας [διασκευή] Συλλογικό έργο, Η τέχνη και ο άνθρωπος, Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε. [επιμέλεια]http://www.biblionet.gr