Μια λίγο πιο γιορτινή Selfie…

dimellaw selfie 24grammata.comΜια λίγο πιο γιορτινή Selfie…

γράφει και φωτογραφίζει ο Μανώλης Δημελλάς

Διαβάστε όλη την εργογραφία του Μανώλη Δημελλά  στο 24grammata.com κλικ εδώ

Ο καιρός, λίγο μουτρωμένος, έδειχνε κάτι από τα δόντια του, όμως στις γιορτινές μέρες πάει περίπατο ο εκνευρισμός του ψιλόβροχου, που μοιάζει με υποψία κατουρλιού από γέρικο κοπρόσκυλο.

Το τελευταίο μεγάλο τραπέζι του χρόνου ήδη στρωμένο, αναστέναζε από το βάρος των φορτωμένων πιάτων, μόνο οι φλογίτσες των κεριών φώναζαν, έτοιμες να αγγίξουν τις άκρες από τα γυαλιστά μπακιρένια κηροπήγια. Κάνεις όμως δεν ακουεί, δε νοιάζεται για τη ψιλή φωτιά!

Τα μικρά παιδιά έμοιαζαν περαστικά, από καιρό ξένα, είχαν αφήσει στην άκρη τα ανοιγμένα δώρα, στρογγυλοκάθισαν πάνω στις οθόνες των τάμπλετ.

Μερικοί καλεσμένοι, μακρινά πρωτοξάδερφα, χάζευαν πίνακες με φουρτουνιασμένες θάλασσες και χαρούμενες κολοράτες γυναίκες, μάλλον δούλες, που βύζαιναν χοντρουλά λευκά μωράκια, όλα καρφωμένα μέσα σε ψεύτικες χρυσές κορνίζες.

Τσουβάλια από δήθεν μνήμες, άπιαστα ταξίδια, που παραμένουν πάντα στα σκαριά.

Οι υπόλοιποι με σταυρωμένα χέρια περίμεναν υπομονετικά τους οικοδεσπότες, να κάμουν την αρχή, να σηκωθούν επιτέλους από το σαλόνι και να ξεκινήσουν όλοι μαζί, σεμνά και ταπεινά σα κοπάδι τη μάσα.

Μια πολιτική κουβέντα, που τραβούσε ώρα, είχε σπάσει τα νεύρα στους νεώτερους. Ποιος να χέστηκε για τους δήθεν κεντρώους, άσχετους δεξιούς και τους πράσινο-ψευτο-κόκκινους, που μάλωναν για το σωστό και το λάθος. Οι εκλογές φέρνουν κάποια ελπίδα ή μήπως περίσσια απογοήτευση και στρίμωγμα;

Ακούστηκαν βαριές κουβέντες, μίλησαν για φτώχεια, πείνα και δυστυχία, για τα χρέη τους και το κωλοκουβέρνο, που δεν υπολόγισε, δεν μέτρησε καλά τους ψήφους της μεσαίας τάξης.

Μέχρι που διαφώνησαν για τους έρημους πάτους, την άκρη που ακόμη δεν αγγίξαμε, έπειτα σηκώθηκαν σχεδόν παρεξηγημένοι από το σαλόνι, πέρασαν από το στολισμένο με λαμπιόνια χωλ και τράβηξαν γραμμή για τη τραπεζαρία.

Όσο δούλευαν τα μαχαιροπίρουνα οι όποιες διαφορές έκαναν στην άκρη, μόνο το παραπανίσιο αλάτι ή το φρεσκοκομμένο πιπέρι, τους προκαλούσαν, δεν το κουβέντιασαν, άλλαζαν τη γεύση με επώνυμα βιολογικά κρασιά και παρίσταναν τους γευσιγνώστες.

Όταν πια φούσκωσαν, έστω και πρόσκερα γέμισαν τις κοιλιές, έμειναν κάποια ξελοιγωμένα μάτια, ευτυχώς εκείνα δεν έχουν στόμα, αλλιώς θα πρόδιδαν τη ζήλεια και θα κατάπιναν αμάσητα τα σκαλιστά σερβίτσια της οικοδέσποινας.

Έτσι χορτασμένοι ξέχασαν χρωματιστές πολιτικές, πολύεδρες τακτικές και δραστικές αποφάσεις, όλα μπορούν να παραμείνουν ίδια, αρκεί να τα αφήσουμε στον ήσυχο πνιγμό τους.

Έπιασαν τα κουτσουμπολιά, για τους απόντες συγγενείς και τους άσπονδους φίλους. Με ευγένεια και τακτ, ειπώθηκαν σχεδόν τα πάντα, έτσι όλοι έμοιαζαν ευχαριστημένοι, έπειτα βγήκαν τα κινητά και άρχισαν, νεοί-γέροι, τις ρομαντικές αναμνηστικές φωτογραφίες.

Τουλάχιστον να πομείνει κάτι λαμπερό από αυτές τις γιορτές, στο διψασμένο timeline του facebook.

Στην επιστροφή μάλλον είχε γυρίσει ο χρόνος στα ρολόγια, όμως από το μαύρο της νύχτας δεν ξεχώριζες απολύτως τίποτε, όλα καθώς πρέπει, ίδια κι απαράλαχτα. Μόνο μερικοί ξεχασμένοι Ρομά, έκαιγαν σαβούρες και παλιόξυλα, πάλευαν να ζεσταθούν στις ελεύθερες αλάνες.

Μια στάση ακόμη, μια φωτογραφία. Να λοιπόν, εμείς, τα ικανοποιημένα μουτράκια μας, μόνο εμείς είμαστε, δεν υπάρχει τίποτε άλλο…