Οι Καλικάντζαροι

24grammata.com/ νέοι λογοτέχνες
Αν ζούσε ο Παπαδιαμάντης ανάμεσα μας… δε θα έγραφε για τα παιχνιδάδικα, τις δημοτικές φιέστες και την “ευτυχία” των ημερών. Για ποιους θα έγραφε, άραγε;
Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε, αποκλειστικά,  για τα Χριστούγεννα του 2012. Το 24grammata.com ζήτησε στις 19/12/2012 (και ακόμη ζητεί) από τους αναγνώστες, να  γράψουν για τους ανθρώπους, που δεν έχουν φωνή. Να σκιαγραφήσουν την πραγματική  ζωή των Ελλήνων τα Χριστούγεννα του 2012. Ισως τα πιο δύσκολα Χριστούγεννα σε καιρό ειρήνης.

Γράψτε για τους ανθρώπους που δεν έχουν “φωνή”. Λυτρωθείτε από τους φόβους σας, γράψτε τις σκέψεις σας, τα όνειρα και στείλτε τα για να εκδώσουμε ένα μοναδικό ebook για τα Χριστούγεννα του 2012. mail: [email protected]

έκταση κειμένου από 1 έως 8 σελίδες. Αποστολή έως 7/1/2013

γράφει ο Μανώλης Δημελλάς

φωτογραφία: Μανώλης Δημελλάς

 Στους Στραούς Βασιλεύει ο Αλλοίθωρος.

Όλος ο χρόνος ένα ατελείωτο πριόνισμα, δεν υπήρχε μέρα να μην παλεύουν να σύρουν κάτω, να γκρεμοτσακίσουν,  τον κοσμάκη.
Ξερακιανοί και ταλαίπωροι, οι κακομούτσουνοι καλικάντζαροι, έχουν και πάλι, την τιμητική τους.
Πέρασαν μια χρονιά  ταλαιπωρίας, χρόνια χωμένοι στα μνημόνια, εκεί στα καταχθόνια της γης, δεν είχαν περιθώρια για χαρές και γλέντια.
Πεινασμένοι, βρώμικοι και ανέραστοι ξαναβγήκαν για λίγες μέρες στην επιφάνεια. Για το  δωδεκαήμερο, τι κωμωδία, είναι δεκατρία τα μερόνυχτα του, στην γλυκιά πατρίδα.
Όσοι Έλληνες έφυγαν για το Μπάνσκο της Βουλγαρίας, περίπου  90.000, άλλοι τόσοι κακοφορμισμένοι, κοιλιοούλιδες Καλικάντζαροι, μαζεύτηκαν σε όλη την Ελλάδα.
Τα πλούσια, παλιά χρόνια, όλοι ζούσαμε μέσα στον φόβο, μην τυχόν και απαντήσουμε κανένα από αυτά τα περίεργα μαυριδερά, ψηλόλιγνα και ανόητα, εντελώς βλαμμένα όντα. Έτσι πεινασμένα, διψασμένα που είναι, ό,τι πετύχουν στο διάβα τους, το πρήζουν με το γινάτι και την ατελείωτη ιδιοτροπία τους.
Πέτυχα μέσα στον ηλεκτρικό κάνα δυο, από δάφτα, έτρωγαν τα λιγδωμένα νύχια τους, κονιούσαν τα όντια και χάζευαν την πόλη, ψιλοκουβέντιαζαν σε μια ακαταλαβίστικη γλώσσα, περίπου σαν αργκό Ελληνικά.
Τα μούτρα τους έδειχναν μια ατέλειωτη χαρά, για την χώρα μας, τον παράδεισο, που καταλήγουν κάθε χρόνο.
Τώρα πια δεν τους φοβάται, δεν τους τρέμει κανένας, έπειτα από τόσα χρόνια εκλεγμένων πολιτικών, τόσα χρόνια διοικητών και μεγαλο-συνδικαλιστών, ποιός αλήθεια να τρομάξει από τους δουλευταράδες Καλικάντζαρους;
Μάλιστα έπιασα και μια κουβέντα, ένα διάλογο,  μια παρέα στο Σύνταγμα, είχε βάλει στην μέση ένα αερικό από δαύτα, έδειχνε σπουδαίος, φορούσε μια μοσχαροκεφαλή, όλα πάνω του ήταν δέρμα χοίρου, με τις τρίχες κάγκελο και είχε όντια ζώων, κρεμασμένα στις δυσανάλογες  αυτάρες του.
Έλεγαν οι περαστικοί με καμάρι πως είναι ώρα να μπει και στην βουλή, του έδειχναν το κτήριο απέναντι και εκείνος με φουσάτο λόρδου, απαντούσε πως δεν είναι ακόμη η ώρα του, δεν έφτασε η μεγάλη στιγμή, να
Πριν προλάβω να τον χαιρετίσω πέρασε και τον μάζεψε ο Κωλοβελόνης, ο αρχηγός τους, με ένα μαντρακά στο χέρι, έδειχνε πολύ, μα πολύ
Φώναξε στο δικό μας
–       να προσέχεις ομορφόπαιδο, κυκλοφορούν ένα σωρό περίεργοι, άνθρωποι με ξυρισμένα, λαδωμένα κεφάλια, ρατσιστές, που χτυπούν κοπανούν κάθε τι
Μην ξεσινερίζεσαι
Οι καλικάντζαροι, οι χειμερινοί τουρίστες, θα μείνουν μέχρι τα Φώτα, τον αγιασμό τον υδάτων, προσοχή μην τους τρομάξετε, δεν έμειναν πολλοί, τακτικοί φίλοι, που να μας αγαπούν.