Ο ποιητής Φίλιππος Αγγελής

παρουσιάζει ο Γιώργος  Πρίμπας
Ο Φίλιππος Αγγελής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Σε ηλικία δώδεκα ετών αποσπά τον πρώτο του έπαινο σε ποιητικό διαγωνισμό. Έχει λάβει σε διάφορες λογοτεχνικές διοργανώσεις και  η σχέση του με το γράψιμο είναι σχέση ζωής. Ασχολείται επίσης με τη μουσική και τη στιχουργία. “Η εμμηνόπαυση της Ύαινας” (εκδ. Περίπλους, 2012), από την οποία παρουσιάζονται κατωτέρω τέσσερα ποιήματα συν το εισαγωγικό ποίημα και αυτό του οπισθόφυλλου,    είναι η τρίτη του ποιητική συλλογή στην οποία υπάρχουν και 15+1 σκίτσα της Τζένης Χαλκιαδάκη.

Προηγούμενα έργα του: “Το αγαπημένο παιδί της Μοναξιάς” (εκδ. Πολύχρωμος Πλανήτης, 2010)[ παρουσίαση του οποίου είχε γίνει:  http://www.24grammata.com/?p=14376 ]και

“Με ταχύτητα καρδιάς” (εκδ. Μπαρτζουλιάνος, 2011)

 

 

Ὅλα ἄτιτλα λοιπόν,

ὅπως τὰ περισσότερα τῆς ζωῆς μου

τὰ κεφάλαια

ἀνεξήγητα παρέμειναν…

 

 

Θὰ μποροῦσες κάθε μέρα νὰ φεύγεις
ἀπὸ τὸν ἴδιο μεστὸ ἀπόηχο τῆς πόρτας
ἀπὸ τὸ ἴδιο σκυφτὸ μονοπάτι
ἀπὸ τὴν ἴδια ἐπιστροφὴ μακριὰ
κάθε μέρα θὰ μποροῦσες νὰ φεύγεις
– βεβιασμένα σαφῶς
μὲ τὴν ἡμίγυμνη ζωή μου
στὰ χέρια σου νόμος καὶ λήθη
μέσα σὲ τοῦτο τὸ λατρεμένο σκοτάδι
ποὺ κάποιο στόμα σου αἱρετικὸ καὶ ἀκοινώνητο
μὲ βάπτισε ὀρθόδοξα
ἀγάπη


Θὰ μποροῦσες κάθε μέρα νὰ φεύγεις, λοιπὸν
μὲ τὴν καρδιά σου κρεμασμένη στὸ ψυγεῖο
μ’ ἐκεῖνα τὰ μάτια τὰ ἀκοπίαστα στυγνὰ
καὶ τὰ τσιγάρα σου βαθιὰ στὸ σακάκι
τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἔστρωνα δυὸ πιάτα στὸ τραπέζι
καὶ θὰ σοῦ ἔδινα ψωμὶ γιὰ νὰ σοῦ πῶ
ὃ ποιεῖς ποίησον τάχιον κι ἐσὺ ξανὰ
νὰ μὴν μὲ καταλαβαίνεις
ἔτσι ὅπως ἁπλὰ καὶ ἄφοβα
κάθε μέρα θὰ μποροῦσες νὰ φεύγεις
γιὰ τὴν ἴδια πιστὴ προδοσία…

Μὴν μιλᾶς·
ἥσυχα ἄσε τὶς λέξεις
μέσα μας πιὰ νὰ πεθάνουν.

 

μαμμά,κάνε κάτι.

Θὰ πεθάνω στὴν Ἀθήνα

πιὸ τρελὸς καὶ πιὸ πολιτισμένος

ἐγκλωβισμένος ὀχετὸς

σὲ αὐτοκίνητα, γραφεῖα καὶ κολόνες

μὲ τελευταίας τεχνολογίας ἀντικαταθλιπτικά.

Κάνε κάτι, μαμμά.

Θὰ ἐκπαιδευτῶ ψυχρὰ νὰ γελάω

ἔτσι ὅπως γρήγορα θὰ μεγαλώνω

μπόρα μὲ τὴν μπόρα

δρόμο μὲ τὸν δρόμο

μέσα σὲ κέντρα ἀφάνταστα ἐμπορικὰ

καὶ τὴν ζωή μου θὰ κηρύττω σὲ ἀσύμφορες ἐκπτώσεις.

Σὲ καθιερωμένες ἑορτὲς θὰ γεράσω

μὲ τὶς νεώτερες εἰδήσεις τῶν ὀκτῶ·

πίσω ἀπ’ τοὺς φόβους μου τοὺς παιδικοὺς

ἀνέκφραστα θὰ κρέμομαι

σὰν δύο μέτρα θλίψη.

Καὶ θὰ πεθάνω στὴν Ἀθήνα, μαμμά.

Κάνε κάτι.

Νομίζω πὼς σοῦ μοιάζω –

τὶ κι ἂν ἐκκλησίες πέρασα συχνὰ

χωρὶς ποτὲ νὰ κάνω τὸν σταυρό μου.

 

 

μιλούσαμε μόνοι μας –

τὰ λέγαμε πιὸ πολὺ στόν ἑαυτό μας

ἔτσι μοιραῖοι, φευγᾶτοι, ἀδειανοὶ

παράφορα πιασμένοι σ’ ἑτοιμόρροπα τσιγάρα

γεμᾶτοι ἀπὸ τοῦ ὕψους μας τὶς δοξασμένες πτώσεις

ἐντατικά ν’ ἀκοῦνε οἱ τοῖχοι τὴν ὥρα

ποὺ φλύαρες φωνὲς κωφεύουν

ἐννέα σελίδες προοίμιο.

Ἀξιοζήλευτα θνητοὶ

καὶ ἀπέραντοι στὴν φυλακή μας μέσα

ἄσημοι – χωρὶς παράσημα τὸ στῆθος νὰ βαραίνουν

μὲ μιὰ τάση ἀδηφάγου ἐγκλεισμοῦ στὸ αἷμα

ἀσφυκτικὰ δοσμένοι σὲ ὄνειρο ἐπικείμενο

ποὺ ἐπὶ σκηνῆς ξεχνάει τὸ κείμενο

καὶ δίχως χειροκρότημα πηγαίνει καὶ κοιμᾶται

ἀποκαθήλωση νὰ χορτάσουν τὰ μάτια σας.

Μὰ εἴμαστε, ἀλήθεια, εὐτυχεῖς

εὐσυνείδητοι ἐχθροὶ καὶ δολοπλόκοι

παρὰ τὸ σῶμα μας στὸν θάνατο φτασμένο

παρὰ τὸ τέλος τὸ καλὸ στὰ ἐπιμύθια

ποὺ γιὰ πρώτη ἀγαπημένη φορὰ

μπροστὰ σὲ μιὰ πουτάνα Εὐκαιρία

ὁμόφωνα στὸ Τίποτα

θὰ ποῦμε καλῶς ἦλθες.

 

εὐπρεπὴς Ἐγκατάλειψις

διώροφη,πλήρως ἀνακαινισμένη

μὲ μεγάλη προϋπηρεσία στὴν συνήθεια

νεαρῆς – κατὰ τὰ ἄλλα – ἡλικίας

ὑψηλῆς μορφώσεως, χαμηλῶν απαιτήσεων

εὐρύχωρη,εὐάερη κι εὐήλια

γι’ αὐτὸ καὶ μιὰ ὑποψία σκουριασμένες οἱ ἄκρες –

ἀδιευκρινίστων θρησκευτικοπολιτικῶν φρονημάτων

πάντως φρόνιμη καὶ συνετὴ

ἀναζητᾶ ἐχέμυθη ἀγκαλιὰ

ἀναλόγων προσόντων καὶ ἀμφιβολιῶν.

Παρακαλῶ,μόνον προτάσεις σοβαρές.

Συστάσεις διαθέσιμες ἐφ’ ὅσον ζητηθοῦν.

 

 

 

τίποτα παραπάνω δὲν ἔχω

διαπιστευμένα λιγότερο τίποτα

ἀπὸ μιὰ κατάθλιψη μείζονα λαϊκὴ

δυσλεκτικὴ διὰ σεμνοτύφους ἀκατάλληλη

ποὺ κάθε Τρίτη πωρωμένη ψωνίζει

μὲ τὸ ἀναπηρικό της καροτσάκι

σὲ ἀπίθανες τιμὲς δυσφορίας

χόρτα καὶ λουλούδια ἀπὸ τοὺς πάγκους.

Ναί.Μπορεῖ κι ἐγὼ μαζί σας

ἀλόγιστα νὰ κάηκα – ὅμως

ἔτσι ὅπως ὁλόκληρη τὴν πόθησα

τὴν εἶδα τὴν ζωή μου

τσεκούρι καὶ στάχτη

μπροστὰ στὴν ἐννομία σας νὰ γίνεται

καὶ γέλασα…