Ο θάνατος, το υπερκόσμιο και το φασματικό στοιχείο στις τραγωδίες του κρητικού και του επτανησιακού θεάτρου Ερωφίλη, Ροδολίνος, Ιφιγένεια εν Ληξουρίω, Θυέστης, Ζήνων, 2018 – Εκδόσεις Soap (ISBN: 978-618-82947-4-5) Ελένη Γεωργίου

Υπάρχει ένα σημείο συνάντησης της τέχνης με την πίστη στο οποίο ορθώνεται η πεποίθηση για το υπερκόσμιο, το μεταφυσικό, το οποίο αντιτίθεται στη φυσικότητα του θανάτου. Κομβικό σημείο στο οποίο το σύμβολο παίρνει μορφή και η μορφή εξαϋλώνεται. Εκεί ανοίγουν οι πύλες της αβύσσου, των άλλων κόσμων, των παράλληλων μορφών ύπαρξης κι εκεί το μυστικό λαμβάνεται ως κοινωνία. Η τέχνη μπορεί να θεωρηθεί ως εμπειρία «μεταφυσική», αφού η ύλη της είναι η φαντασία και η πιθανολογία. Σε αυτόν το δρόμο συναντούμε τους δραματουργούς που διαμορφώνουν το σώμα σε άυλη οντότητα, σε μη ον, για να μιλήσουν για το ον. Ορθώνουν φασματικές και υπερκόσμιες οντότητες που έχουν τη δύναμη να ορίσουν, να περιορίσουν ή να απελευθερώσουν τους δραματικούς ήρωες με στόχο κυρίως να ορίσουν, να περιορίσουν ή να απελευθερώσουν το συναίσθημα του αναγνώστη – θεατή. Η εποχή που μας απασχολεί στην παρούσα μελέτη φέρει βαθιά χαραγμένα τα σημάδια κάθε εποχής: α) τις αναζητήσεις του μεσαίωνα, τις αποκαλύψεις και το διδακτισμό, β) τον επαναπροσδιορισμό της αρχαιότητας, μέσα από το πρίσμα της αναγέννησης και, ασφαλώς, γ) το μιμητισμό των συμβόλων του κλασικισμού με το ανανεωτικό σχήμα μιας καινούριας ερμηνείας της πίστης και της ηθικής. Και, ενώ, το δίκαιο στην αρχαιότητα αποκόπτεται από τη θρησκεία, στους νεότερους χρόνους υποβάλλεται από αυτή. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι σημαντικά για να κατανοήσουμε τόσο την εξέλιξη του δράματος και της λειτουργίας του, όσο και τα σχήματα που δημιουργούνται στο πεδίο που εξετάζουμε (ως προς το φασματικό, το υπερκόσμιο και το θάνατο). Ένα από τα πλέον ισχυρά σύμβολα του Μεσαίωνα υπήρξε ο θάνατος, καθώς κατά τη συγκεκριμένη περίοδο κυριαρχεί στις τέχνες, με επιμονή στην ανάδειξη του μακάβριου, εξυπηρετώντας ως προς το στόχο αποδοχής και κατανόησής του. Προσωποποιημένος με τα στοιχεία της φθοράς και της αποσύνθεσης χρησιμοποιήθηκε για να διαπαιδαγωγήσει τους πιστούς, θυμίζοντάς τους τι έπεται μετά το θάνατο και πόσο μάταιη είναι η συγκέντρωση υλικών αγαθών. Στα έργα του κρητικού και επτανησιακού θεάτρου απαντούν διαφορετικές μορφές θανάτου – κυριολεκτικού και μεταφορικού – που φωτίζουν πεποιθήσεις δύο εποχών και δύο πολιτισμών, αλλά και μας οδηγούν στη βαθύτερη προσέγγιση των χαρακτήρων. Η γραμμή που συνδέει το κρητικό, το επτανησιακό, το αναγεννησιακό θέατρο και, εν τέλει, το θέατρο της αρχαιότητας, κυρίως όπως αποτυπώθηκε από τους Ρωμαίους ποιητές, είναι γνωστή και αναντίρρητη. Αυτό που εξετάζεται όμως στην παρούσα μελέτη είναι ποιες αντιλήψεις μεταφέρονται περί του θανάτου, του υπερκόσμιου και του φασματικού και πώς μέσα από τις γνώριμες φόρμες σπάει η αναμενόμενη τάξη και η δομή του πραγματικού, σε έναν κόσμο που τείνει όλο και περισσότερο προς την «αντικειμενικότητα». Ως προς τα έργα του κρητικού και του επτανησιακού θεάτρου ισχύει ότι δε μελετάται το φαινόμενο μιας αποτύπωσης, αλλά εξετάζονται τα δεδομένα μιας πρωτοποριακής αναδιοργάνωσης με τα «παλιά υλικά» της δραματικής τέχνης.