Σιωπηλοί Τραυματιοφορείς, Στέφανος Σταυρίδης

ss-st 24γραμματα24grammata.com/ σύγχρονοι λογοτέχνες

Ο ΤΙΤΛΟΣ
Με κεφαλαία γράµµατα
ηγείται των λέξεων και τις καθοδηγεί.

Όµως οι λέξεις πιάνονται χέρι χέρι
και οι στίχοι
τραβούν στα τυφλά
τον δικό τους δρόµο της λιποταξίας.
επιμέλεια: Γιώργος Πρίμπας

Με την τρίτη του συλλογή, Σιωπηλοί Τραυματιοφορείς, ο Στέφανος Σταυρίδης επιστρέφει στην ποίηση μετά από σχεδόν δέκα χρόνια. Δεν δίνει απαντήσεις, αλλά ούτε και θέτει ερωτήματα. Επιδιώκει να εντοπίσει αδήλωτα θαύματα που υπάρχουν γύρω του και να επουλώσει αδήλωτα τραύματα που υπάρχουν εντός του. Τα ολιγόστιχα ποιήματά του –στις πλείστες των περιπτώσεων δεν ξεπερνούν τους δέκα στίχους– έχουν στραγγίξει τον λόγο σε βαθμό που μοιάζει εύθραυστος, αλλά διατηρεί ακέραια την όποια υφή του.
Ο Σταυρίδης άλλοτε ψηλαφεί με τη μνήμη –σαν τυφλός φωτογράφος– λαχταρώντας να μπει μέσα σε μια φωτογραφία, κι άλλοτε παρατηρεί αυτούς που φαντάζονται τη χαραμάδα στο κλειστό παράθυρο – είναι κι οι μόνοι που κρυώνουν. Η σκιά έχει μια αδελφή που εμφανίζεται τη νύχτα ντυμένη στα λευκά. Τα κλειστά μάτια στη φωτογραφία δύσκολα ανοίγουν. Το πορτοκάλι είναι χειροβομβίδα. Το παλτό βαρύ. Κι η ατολμία μια κάποια λύση. Μπραζίλια, και μόνο Μπραζίλια. Δεμένα τα μάτια όταν κοιμάσαι. Αμείλικτοι οι επικείμενοι κι αμίλητοι οι τραυματιοφορείς.
Ο Στέφανος Σταυρίδης γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1972. Έκανε Ιταλικές Σπουδές και µεταπτυχιακό στη Βιβλιοθηκονοµία και Επιστήµη της Πληροφόρησης στις ΗΠΑ. Ζει στη Λευκωσία, όπου εργάζεται στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστηµίου Κύπρου. Έχει εκδώσει δύο συλλογές ποιηµάτων και δύο συλλογές διηγηµάτων. Κείµενά του έχουν δηµοσιευτεί σε ανθολογίες και περιοδικές εκδόσεις στην Κύπρο, την Ελλάδα και άλλες χώρες.
Τα βιβλία του Σύντοµες Πατρίδες (ποίηση) και Η Βιβλιοθήκη του Ραβέλ (διηγήµατα) έχουν τιµηθεί µε το Κρατικό Βραβείο του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισµού της Κύπρου. http://farfoulas.blogspot.gr/2013/02/blog-post_27.html

ΘΑΛΑΣΣΟΓΡΑΦΙΑ
Κάθε πρωί που ξυπνώ
βρίσκω μια μικρή λίμνη στο δωμάτιο μου
πάντα στο ίδιο ακριβώς σημείο.
Μαζεύω τα νερά και
— κάθε φορά —
σηκώνοντας το κεφάλι
βλέπω στον τοίχο τη θαλασσογραφία.

Θέλω να ζήσω
μα θέλω να πεθάνω
προτού τελειώσει το νερό στη ζωγραφιά.

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ
Γύρω του τόσα χρώματα, άπλετο φως
του κόσμου η απέραντη ομορφιά

Ο ποιητής
είναι ο τυφλός φωτογράφος
που ψηλαφεί με τη μνήμη
λαχταρώντας να μπει
μέσα σε μια φωτογραφία.

ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ TOY ΜΑΡΤΗ
Μπήκε μέσα στο δωμάτιο μια ώρα.
Έπειτα μπήκε δεύτερη κι ύστερα άλλη μία.

Καθόμουνα και κοιτούσα τις ώρες
να μπαίνουν η μια μετά την άλλη,
φέρνοντας τα δώρα τους
(ενθύμια, ενθύμια)
τυλιγμένα σε τραχύ χαρτί.

Μπήκανε τόσες πολλές
και το δωμάτιο φούσκωσε,
κι ακόμα μπαίνουν κι άλλες.

Κι αυτό το δωμάτιο
να μη λέει να σκάσει.

ΟΣΟ Η ΠΟΙΗΣΗ

Χρειαζόμαστε στίχους
που θα γδάρουν το χαρτί
θα κάψουν τα πίξελ
θα τυφλώσουν τους αναγνώστες

Χρειαζόμαστε ποιήματα
που θα βγουν στους δρόμους
θ’ αναποδογυρίσουν αυτοκίνητα
και θα κάψουνε ελαστικά

Όσο η ποίηση σουλατσάρει σιωπηλά
πάνω σε λευκή έκταση
θα παραμένει εκτός βουλής
κι εκτός εκλογικών καταλόγων

ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ
Οι φύλακες χαρίζουν κλειδιά.
Ο καθένας αρπάζει ό,τι βρει μπροστά του.

Μα όταν ανοίξει επιτέλους η πόρτα
το πρόβλημα δεν είναι ότι νιώθεις οικεία
που μπήκες πάλι στο ίδιο κελί.
Το πρόβλημα είναι ότι η πόρτα που άνοιξες
τώρα πια δεν κλείνει ξανά.

Κι από την ανοιχτή πόρτα
χύνεται μέσα στο γνώριμο κελί
μια θάλασσα από καινούργια κλειδιά
μέχρι τα γόνατα σου
και ψάχνεις να διαλέξεις ένα
όποιο να ‘ναι
για ν’ ανοίξεις την επόμενη πόρτα.