O Aντώνης μας, αυτός ο άγνωστος φίλος


εάν (ένθετο του 24grammata.com)

κείμενο, φωτογραφίες: Μανώλης Δημελλάς

Το καρφωτό γκολ του τερματοφύλακα
Ξεκίνησα με βαριά καρδιά, η καταγραφή με την κάμερα το πρωινό της Δευτέρας έχει ενδιαφέρον όταν  μοναχά  όταν επιλέγεις και θέμα που θεωρείς, πιστεύεις, πως έχει κάτι να δώσει.
Μα είμαστε σε δουλειά που μας πληρώνει δεν κάνουμε τα γούστα μας, μάλωσα τον εαυτό που σαν ανήλικο έψαχνε δικαιολογίες για να αποφύγει την έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία που ήταν γεμάτη δηλητήρια, έτσι τους έλεγα.
Στην Ελληνική Ολυμπιακή επιτροπή, σε ένα μοντέρνο κτήριο από εκείνα που θυμίζουν τα περασμένα μεγαλεία μας, ο επαγγελματίας ποδοσφαιριστής Αντώνης Νικοπολίδης παρουσίαζε το βιβλίο της ζωής του.
Ανιαρές σκέψεις έπνιξαν το από ώρα γκρινιάρικο μυαλό μου.
Μα τι θέλει και αυτός, σκέφτηκα, έβγαλε χρήματα με το τσουβάλι όταν έπεφταν σαν βρόχινο νερό τα ευρώ.
Δεν αμφιβάλλω για τις ικανότητες του, μα υπάρχουν ένα σωρό άνθρωποι με σπουδαία χαρίσματα που δεν έχουν ούτε καν τους πιο μικρούς του εφιάλτες για υλικά αγαθά ούτε λόγος.
Εντάξει, επανέρχομαι σταματώ τον ρατσισμό και μπαίνω στο κτήριο στην είσοδο κάποια κυρία, εργαζόμενη στέκει και τραβά το βλέμμα μου,
τίποτε δεν είναι τυχαίο, όλα ακολουθούν μια μοιραία πορεία και αν δεν μπορούμε να τα υποστηρίξουμε αν δεν μπορούμε να δούμε τον αναγκαίο δόκιμο χρόνο,  βιαστούμε ή καθυστερήσουμε χάνουμε ή μάλλον είμαστε για κάτι άλλο.
Ο Νικοπολίδης δεν είναι που διορίστηκε και κηπουρός σε κάποιο δήμο της Β. Αθήνας, εκεί πια εγκαταλείπω την προσπάθεια.
Αν είναι να κοιτάς με απαξία τους ανθρώπους καλύτερα να φεύγεις, έτσι τριγυρνούσα αδιάφορα στους διαδρόμους του δευτέρου ορόφου, όταν η ματιά μου άρχισε να εξερευνά τον ζωντανό πρωταγωνιστή του βιβλίου που κάλυπτα με την νευρική μου κάμερα.
Σιωπηλός και μετρημένος, με μια ντροπή για την εκεί παρουσία του με έκανε να σταθώ στην ψυχολογική του κατάσταση.
Θυμήθηκα πάλι όταν οι διάφοροι δημοσιογράφοι περιέγραφαν αγώνες και μιλούσαν πάντα για την ψυχολογία του παίχτη ακόμη και για την ψυχολογία των ποδιών του ποδοσφαιριστή.
Το μεγάλο δράμα συντελείτε όταν ψάχνουμε λόγια να στήσουμε μια ιστορία που δεν παίρνει κουβέντες, όταν χρωματίζουμε ανύπαρκτους τοίχους
στην ουσία πετάμε την μπογιά στο έδαφος και πάει καρφί στο υδροφόρο ορίζοντα. Το τραγικό είναι η μοιραία πεποίθηση μας πως κάτι κάνουμε κιόλας. Φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Από έκπληξη σε έκπληξη, προχωρά η κάλυψη κι αυτού του θέματος.
Στην συνέντευξη τύπου ο Νικοπολίδης βάζει τα κλάματα στο διάβασμα μερικών σελίδων από το βιβλίο του. Διαβάζει ο ηθοποιός Γ. Μπέζος που αδιευκρίνιστα είναι στο πάνελ. Προφανώς στηρίζοντας τις πωλήσεις.
Ο τερματοφύλακας περιγράφει τα παιδικά του χρόνια στην Άρτα, ζει σε ένα βάλτο και ο αγρότης πατέρας του τον μεγαλώνει με την αγωνία ο μικρός Αντώνης να ξεφύγει, να ακολουθήσει μια λιγότερο βάρβαρη και σκληρή διαδρομή. Το μοναδικό εφόδιο η πίστη σε έναν εαυτό που όσο και να πέσει,
όσο και να γονατίσει επιβάλλεται να αγωνιστεί αξιόμαχα για το καλύτερο, που είναι και ταυτισμένο με αυτό που θέλουμε, που ποθούμε, όπως το ορίζει ο καθένας από εμάς.
Άρχισε το αδιάφορο, το άχρωμο, να κινείται να με κάνει να νιώθω το στριφογύρισμα της γης. Ο χαρακτήρας είναι που καταστρέφει τον έρωτα και μας διώχνει μακριά, μα εδώ, σε τούτη την περίπτωση, ο χαρακτήρας με κάνει να σταθώ, να θαυμάσω.
Σκούπισε τα μάτια του, είχε ευκαιρία, αφού στην γιγαντοοθόνη έπαιζε ένα άκαιρο και αδιάφορο βίντεο προς τιμήν του καλεσμένου ηθοποιού.
Μεστές κουβέντες, λίγες, κρατώ την πρώτη παρόρμηση για την δημιουργία του βιβλίου που δεν ήταν άλλη από την γυναίκα του. Από τις κουίντες δεν παύει να τον θαυμάζει και να τον χειροκροτεί. Μα αυτό δεν είναι και το μυστικό για να ζήσει μια σχέση, α και τα λεφτά, τα πραγματικά όχι τα ονειρικά που δεν τρώγονται.
Μιλά για την ανάγκη να παλεύουμε για τα όνειρα μας, περιγράφει και νιώθει πως σε κάθε πτώση μας θα πρέπει να βρίσκουμε την μαγική δύναμη και να ξανασηκωνόμαστε.
Περιγράφει ταπεινά, σχεδόν αόριστα, τις δυσκολίες του, με μια έμφυτη συστολή μας λέει και το σημαντικότερο τα χρήματα, τα έσοδα από το βιβλίο πάνε για τον Δημήτρη από την Χαλκίδα που μετά από ατύχημα δίνει μια μάχη για σταθεί όρθιος και να περπατήσει.
Ο Αντώνης Νικοπολίδης κατέρριψε τα στερεότυπα που είχα για τους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές και τον κόσμο τους.
Στην κοινωνία που ξανοιγόμαστε είναι πιο εύκολο να φτύνεις και να κοιτάς με μισό μάτι παρά να παίρνεις θέση και ενίοτε να χειροκροτάς.
Πολλοί οι οπαδοί, ελάχιστοι οι φίλοι του, αρκετοί που δείχνουν πως οι μεσημεριανές δημόσιες σχέσεις αποδίδουν εξίσου με τις μεταμεσονύχτιες.
Ο τερματοφύλακας που κρέμασε τα παπούτσια του πάνω στο χειροκρότημα, πράγμα που δείχνει ωριμότητα και ήθος έβγαλε ένα γκολ από το πουθενά,
έτσι δίχως μπάλα έδειξε το δρόμο της αυτοπραγμάτωσης που όλοι έχουμε ανάγκη, τρέχουμε σε ψυχοθεραπευτές μα ο γείτονας ο Αντώνης που ένα σωρό παιδιά έχουν ακόμη
την αφίσα του στις καρδιές τους μίλησε με οδηγό την ζωή του, ψιθύρισε στην παγωμένη, από καιρό και  μέσα στο καλοκαίρι, καρδιά μας.
Δεν το πήρα το βιβλίο, μετάνιωσα, ίσως να μην είναι η λογοτεχνία που θα με κάνει καλύτερο, μα έχω την βεβαιότητα πως μοιράζεται την αγωνία, το δάκρυ του, μαζί μας χωρίς ντροπές τόσο που κερδίζει περισσότερους φίλους από ότι οπαδούς.